Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα συνεντεύξεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα συνεντεύξεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Μια άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον Γιώργο Κωνσταντίνο Κούκιο των Morel - Mέρος Δεύτερο

Στο δεύτερο μέρος της συζήτησης με τον με τον Γιώργο Κωνσταντίνο Κούκιο των Morel, συζητάμε για το Chernobyl, για την Biennale της Bologna , για τον δεύτερο δίσκο τους με τίτλο Βουβά Τοπία, για το τρίτο τους άλμπουμ που δεν κυκλοφόρησε ποτέ και για το εαν υπάρχει περίπτωση να ξαναδούμε τους Morel επι σκηνής. Απολαύστε την συζήτησή μας ακούγοντας τι άλλο? Morel και το Βουβά Τοπία.

------------------------

Γιουσουρούμ: Ο δεύτερος δίσκος σας με τίτλο "Βουβά Τοπία" απέσπασε και αυτός διθυραμβικές κριτικές και σας οδήγησε στην Biennale της Bologna το '88 ενώ θεωρείται από πολλούς ως μοναδικό στο είδος του και έχει διδαχθεί ως θέμα Σύγχρονης Μουσικής στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης. Πως αισθάνεται κάποιος που το έργο του έχει τύχει αυτής της αναγνώρισης ενώ από την άλλη ίσως ο δίσκος αυτός παραμένει καλά κρυμμένο μυστικό για τους νέους ακροατές;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Πρώτα από όλα, να συνεχίσω από το σημείο της παρουσίασης των μελών της μπάντας, διότι εδώ -στα «Βουβά Τοπία»- έχουμε μια κορυφαία αλλαγή στο σχήμα, δηλαδή την αποχώρηση του Βαγγέλη Πέππα (μπάσο έπαιξε ο Μιχάλης και σε ένα κομμάτι ο Γιώργος Τασούλας που μας συνόδεψε εκείνο το διάστημα στις συναυλίες, ως την έλευση του Κώστογλου κι αμέσως μετά του Κοντόπουλου) και την ένταξη του Γιώργου Ανδρέου, του επιστήθιου φίλου μου, που ήταν και συνεχίζει να είναι κορυφαίος μουσικός, συνθέτης, στοχαστής, ένας πολύ ευαίσθητος και δημιουργικός άνθρωπος. Τότε, ήταν και ηχολήπτης και παραγωγός, στην αρχή του μεν αλλά και με ικανή εμπειρία τόσο από προσωπική μουσική πορεία όσο και από την συμβολή του σε τροχιές άλλων. Ο Γιώργος, έχει κι αυτός τεράστιες περγαμηνές σπουδών στην μουσική αλλά και στο πανεπιστήμιο στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, παράλληλα έγραφε και γράφει, μελετά λογοτεχνία, είναι ακούραστος. Η δε τεχνική του κατάρτιση στα πλήκτρα είναι μοναδική. Οι Μορέλ, με κείνη την σύνθεση, από τα Βουβά Τοπία και μετά, θα μπορούσαν να ανοίξουν ένα είδος εργαστηρίου ή φιλοσοφικής σχολής τότε. Όταν μάλιστα έδεσε μαζί μας ο Βαγγέλης Κοντόπουλος στο μπάσο -ένας τεράστιος μουσικός, συνθέτης κι ερμηνευτής-, γελούσαμε πολύ με αυτήν την ιδέα. Κάθε πρόβα ήταν ένα σχολείο, για όλους.

Σπούδασα μουσική μέσα από τους μουσικούς, κι οι Μορέλ -για μένα τουλάχιστον- έγιναν διδακτορικό. Προτιμήσαμε λοιπόν, αντί για «Φιλοσοφική Σχολή», να ξανακάνουμε έναν δίσκο, με υλικό μιαν άλλη ενότητά μου, από την οποία επιλέξαμε το μεγαλύτερο μέρος. Εδώ, τα πράγματα μπήκαν στη θέση τους από την αρχή τακτοποιημένα ως προς τον χρόνο ηχογράφησης κλπ. Είμαι πραγματικά πολύ περήφανος όταν ακούω αυτόν τον δίσκο κι ευγνώμων για την συνεργασία όλων τότε. Όσο για τα μυστικά του, εκεί πετύχαμε να κωδικοποιήσουμε μουσικά κάποια πράγματα σε περίπτωση απώλειας -κι όχι μονάχα της μνήμης-. Είναι ακόμη όλα εκεί και περιμένουν, μόλις μπει κάτω από την βελόνα ο δίσκος, να ξεπηδήσει ζωντανός ένας ολόκληρος κόσμος. Ο Νίκος Γκίνης («Σύνδρομο»), μου είχε πει τότε κάτι που με είχε συγκινήσει πολύ: «Αυτό που μου άρεσε ιδιαίτερα όταν τον άκουσα, είναι που καταφέρατε να μεταφέρετε ατόφια τη σύνθεση στο στούντιο, μεγάλη υπόθεση»…

Και φαίνεται λοιπόν πως γενικότερα μα κι ειδικότερα έκανε εντύπωση. Στην Ιταλία είχαν μεγάλη απήχηση οι ζωντανές μας εμφανίσεις. Άλλωστε, αυτός είναι ο δίσκος που μας άνοιξε την πόρτα της Μπιενάλε στην Μπολώνια. Λίγο καιρό μετά την κυκλοφορία του δίσκου, μια φίλη ελληνοαμερικάνα που σπούδαζε στις ΗΠΑ, τον πήρε μαζί της κι όταν επέστρεψε ένα χρόνο μετά, μου ανακοίνωσε πως τα «Βουβά Τοπία» έγιναν αντικείμενο διδασκαλίας στο Πανεπιστήμιο! Κι αμέσως μετά μου ανέθεσε σαν παραγγελία, να γράψω ένα έργο για να παιχτεί εκεί. Το έργο γράφτηκε σε έναν χρόνο, η παραγγελία όμως είχε στο μεταξύ ακυρωθεί για λόγους άσχετους. Αυτό ήταν το «Πολύγλωττον» που είχε ως ραχοκοκκαλιά έναν μύθο: τις «Οδηγίες πλεύσης θαλασσών και διάσχισης ερήμων» όπου έγραψα 24 Ραψωδίες καθώς και την αντίστοιχη μουσική, σχεδίασα την παράσταση, τα οπτικοακουστικά παράλληλα δρώμενα, αλλά και την σκηνοθεσία για το μπαλέτο κλπ. Ένα μεγάλο μέρος αυτής της δουλειάς ήταν η πρότασή μας για την Μπολώνια. Τελικά, κανένας από το γκρουπ δεν συμφωνούσε να ανοιχτούμε τόσο πολύ κι έτσι μείναμε στην παρουσίαση των δυό μας δίσκων. Το έργο κατατέθηκε ολοκληρωμένο αργότερα στην «Θεσσαλονίκη Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 1997». Δεν πήρα απάντηση ποτέ… καλό;…

Γιουσουρούμ: Δεν είναι περίεργο που δεν έχει επανακυκλοφορήσει ποτέ; Σκέφτεστε να το κάνετε επιτέλους ώστε να μπορούμε πολλοί από εμάς να τον έχουν στην δισκοθήκη τους και να τον ακούνε;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Δεν έχει νόημα να ξαναγυρίζω εκεί, σε παλιές γκρίνιες που καλά κάνανε και θάφτηκαν για πάντα. Είπαμε, κολλήματα δεν έχει η μια Σκηνή ή η άλλη, αλλά οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι ευθύνονται για τις επιλογές τους. Όμως, ναι, ο δίσκος θα ξανακυκλοφορήσει, και μάλιστα όχι μόνος του, αλλά και οι 2 μαζί συν κάποια άλλα πράγματα όπως ακυκλοφόρητα κομμάτια και ζωντανές εμφανίσεις. Αν δεν είχαμε τώρα τα θέματα εγκλεισμού κλπ, θα είχα ήδη βάλει μπρος συζητήσεις του προηγούμενου χειμώνα που ήταν έτοιμες να τελεσφορήσουν.

Γιουσουρούμ: Έχω δει το "Βουβά Τοπία" να πουλιέται στο δίκτυο μέχρι και σε τριψήφιο νούμερο. Είναι κάτι που σας «τρομάζει» στα ποσά που μερικοί βγάζουν ενώ οι μουσικοί και οι δημιουργοί των έργων αυτών δεν έχουν ίσως βγάλει ποτέ τα προς το ζην από τη δουλειά τους;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος:Δεν σκέφτηκα ποτέ πως θα μπορούσα να ζήσω από την μουσική μου. Από την μουσική έζησα κάποτε, μα όχι από το δικό μου έργο. Δεν με απασχολεί το γεγονός του κέρδους τρίτων πάνω σε δικά μου πονήματα που έχουν πάρει τελική μορφή -δίσκος, κασέτα, cd-, έχουν φύγει από μένα αυτά.. Αντίθετα, όταν ένας επηρεασμός καταντά ουσιαστικά σφετερισμός ή και υποκλοπή, το συναντάς κάπου και σε τριβελίζει, τότε ναι, στεναχωριέμαι. Αυτός πάντως ο προβληματισμός για την αξία ενός έργου, είναι συνηθισμένη κι αιώνια ιστορία. Δεν σημαίνει πως ένα έργο αξίζει τα λεφτά του όταν μοσχοπουληθεί. Έχω αμέτρητα βινύλια, κάποια είναι από κακά έως μέτρια ως έργα και συνεχίζουν να είναι ακριβά. Και το αντίθετο. Είναι άλλο πράγμα η ποιότητα του έργου κι άλλο η χρηματική – συλλεκτική του αξία. Έχω γνωρίσει συλλέκτες με τεράστιες συλλογές, έχουν ακούσει ελάχιστα την μουσική που συσσωρεύουν ως ποντικομαμές και βεβαίως είναι ανάξιοι οι περισσότεροι να αντιληφθούν το κάθε έργο σε κάποια έκτασή του. Είναι μια αντίφαση που δεν με αφορά.


Γιουσουρούμ: Πολλά έχουν γραφτεί για το τι έγινε στην Biennale της Bologna το '88. Το σίγουρο είναι ότι αποτέλεσε την αρχή του τέλους των Morel. Μπορείτε να μας πείτε τελικά τι έγινε εκεί τόσο με το έργο που θέλατε να παρουσιάσετε όσο και μεταξύ σας;


Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος:: ὅ γέγονε γέγονε… Η ουσία είναι πως αντί να συνεχίσουμε να παρατηρούμε τα φαινόμενα και να καταγράφουμε τις τροχιές του φεγγαριού ή το θαύμα του ήλιου όλοι μαζί, καθείς ήθελε ξαφνικά να δείχνει την μαγεία τους μονάχος στο εξής. Κι έτσι η ομάδα και το εργαστήρι της κατέρρευσαν. Καθείς τράβηξε τον δρόμο του. Πάντως, πέρα από τις αναζητήσεις σε ομαδικό ή ατομικό επίπεδο, πρέπει να υπογραμμίσω πως ήταν επιτακτική ανάγκη η επιβίωση, και μέσα από τις εργασίες των Morel δεν μπορούσε κανείς να ελπίζει στο άμεσο μέλλον οποιαδήποτε απολαβή.

Γιουσουρούμ: Παρ όλα αυτά το 1989 αρχίζετε τις ηχογραφήσεις του τρίτου άλμπουμ των Morel το οποίο δεν ολοκληρώθηκε και δεν κυκλοφόρησε ποτέ. Τι μεσολάβησε για αυτό;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Ναι, έτσι είναι. Με την αμέριστη συμπαράσταση πάντα του Μιχάλη σε ό,τι πάλευα, κι ύστερα του Γιώργου Ανδρέου, είχα συμφωνήσει με την penguin να ηχογραφήσουμε τον 3ο δίσκο των Morel, την «Εξαίσια Γνώση» (μιάς φούξιας αχιβάδας με ράμφος αετού), μια ενότητα αφιερωμένη στον Μάνο Χατζιδάκι. Στην προαναφερθείσα εργασία, θα ηχογραφούσαμε κι ένα σύνολο άλλων κομματιών του Ανδρέου, του Βερναρδάκη κι άλλα δικά μου. Ίσως και να έβγαινε διπλός ο δίσκος, δεν ξέραμε ακόμη καλά-καλά τί θα γίνει στο studio. Τα κομμάτια πάντως υπήρχαν και υπάρχουν, δυστυχώς εκτός δισκογραφίας. Όμως, το ατύχημα με το αυτοκίνητο έστειλε τον Μιχάλη κι εμένα στο νοσοκομείο, το βράδυ ακριβώς πριν την έναρξη της ηχογράφησης. Στα 1989 αυτά, αρχές Δεκέμβρη. Τα σχέδιά του για την συνέχιση των μουσικών του σπουδών στην Ελβετία, ναυάγησαν μέσα σε λίγες ώρες. Είχε γίνει δεκτός από την μουσική Ακαδημία της Γενεύης ως ένας από τους ελάχιστους υποτρόφους που μπορούν να σπουδάσουν εκεί τελειοποιώντας τις σπουδές τους σε παγκόσμιο επίπεδο. Θα έφευγε την άνοιξη για την Ελβετία. Για μένα δεν υφίστατο πλέον το ενδεχόμενο της ηχογράφησης, είχα απελπιστεί… 3 χρόνια μετά, στο τέλος του καλοκαιριού του 1992, αφού ουσιαστικά είχα απομονωθεί, μελετούσα κι έγραφα στο σπίτι όταν δεν εργαζόμουν στο γραφείο, έψαξα τον Μιχάλη κι έμαθα πως είχε πάει στα νησιά με τον Σιδηροκαστρίτη. Είχα τελειωμένη μια καινούργια ενότητα, τον «Νόστο». Μιά μέρα μου τηλεφώνησε στο γραφείο ο Νίκος. Ο Μιχάλης πέθαινε στο νοσοκομείο με κατεστραμμένο το μυοκάρδιο και τα νεφρά... όταν τον είδα, μου μίλησε για τελευταία φορά... χάϊδεψα τα μαλλιά του και βγήκα από την εντατική... λίγο αργότερα ξεψύχησε...


Γιουσουρούμ: Υπάρχει περίπτωση να ξαναδούμε τους Morel επί σκηνής; Ή μια νέα σας δουλειά;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Επί σκηνής! Πολύ θα το ήθελα… ίσως και περισσότερο από μια δισκογραφική ενότητα που έτσι κι αλλιώς χρωστάμε… Ναι, το έχουμε συζητήσει πολλές φορές με τον Ανδρέου όλα αυτά τα χρόνια, και με τον Κοντόπουλο, και με τον Σιδηροκαστρίτη. Κι ο Πέππας δεν θα είχε αντίρρηση. Με τον Γιώργο έχουμε κάνει πλάνα, κάθε τόσο τα λέμε, αλλά είναι μάλλον δύσκολο, ιδιαίτερα τώρα με την κατάσταση που περνάμε, από την άλλη πλευρά είναι μήπως ευκαιρία;… ίσως, ποιος ξέρει…


Γιουσουρούμ: Το Chernobyl είναι κατά την γνώμη μας ένα αριστούργημα. Πως προέκυψε η ιδέα για το κομμάτι και πως έγιναν οι ηχογραφήσεις των μηνυμάτων του; Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας κάποια άγνωστη ιστορία από το Chernobyl;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Το ατύχημα συνέβη το 1986, του Λαζάρου, Σάββατο δηλαδή πριν την Μεγάλη Εβδομάδα. Την Μεγάλη Τρίτη -αν θυμάμαι καλά- άρχισαν να βγαίνουν κάποιες επίσημες ανακοινώσεις οι οποίες διέψευδαν τα επακόλουθα μιάς τέτοιας -όπως απεδείχθη- καταστροφής. Μιλούσαν για το ατύχημα, για τον τόπο κι επισήμαναν το «ανθρώπινο λάθος». Την Μεγάλη Τετάρτη άρχισε να διαρρέει η αλήθεια, η οποία ήταν τρομακτική, έκανε ιδιαίτερη εντύπωση στον κόσμο ο οποίος άρχισε να συρρέει στα μαγαζιά για τρόφιμα και …χαρτιά τουαλέτας! Την Μεγάλη Πέμπτη, ανεβήκαμε με τον Μιχάλη, τον Νίκο και τον Βαγγέλη στον Λόφο του Στρέφη να παίξουμε μπάσκετ για να χαλαρώσουμε λιγάκι. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό το απόγευμα: συννεφιά πηχτή, την έκοβες με το μαχαίρι, τριγύρω κανείς κι απέραντη σιωπή... Πένθος, μέγα πένθος… Παίξαμε πολύ λίγο με τα παιδιά μα δεν μας έκανε καρδιά να συνεχίσουμε… Κάτσαμε κάτω από την μπασκέτα να μιλήσουμε λίγο… Γυρνάω και λέω «είναι ιστορικές οι στιγμές που ζούμε, άθλιες μα ιστορικές… ξέρετε, έχω στο μυαλό μου κάτι, και ήδη έχω προχωρήσει από χθες που το σκέφτηκα. Θα κάτσω, να ηχογραφήσω την είδηση για το Τσερνομπύλ, και θα την περάσω να ακούγεται πάνω από έναν ύμνο εκκλησιαστικό που θα ψέλνει μια μόνο λέξη: Δύναμις»... Ήθελα να ηχογραφήσω την είδηση και… πήρα στο τηλέφωνο την υπηρεσία του ΟΤΕ, η οποία τότε έλεγε το Δελτίο Ειδήσεων μαγνητοφωνημένο κατ’ επανάληψη! Μου ήταν πιο εύκολο αυτό από το να περιμένω τις ειδήσεις στην τηλεόραση κλπ. 

Στη συνέχεια, κάθισα κι έγραψα τις γραμμές της χορωδίας, τα ισοκρατήματα, με αναφορές τόσο στην ορθόδοξη όσο και την καθολική μεσαιωνική εκκλησιαστική μουσική, με δυό ψάλτες να εναλλάσσονται αναπτύσσοντας το θέμα. Από ένα σημείο κι έπειτα, έδεσα όλο το υλικό με ένα drum machine και κιθάρες… Όταν έβαλα και το δελτίο ειδήσεων δεν ήθελα πιά να προσθέσω ο,τιδήποτε άλλο. Γράφτηκε ολόκληρο από τη νύχτα της Μεγάλης Πέμπτης ως τα ξημερώματα της Μεγάλης Παρασκευής. Αυτό που θέλω να προσθέσω εδώ, είναι πως το Chernobyl μου έδωσε την ιδέα να φτιαχτεί μια σειρά από μουσικά κομμάτια βασισμένα σε ειδήσεις, ένα εκ των οποίων είναι το Tian'anmen, δεν έχει δισκογραφηθεί… Δεν μπορώ να ξεχάσω πόσο φωτίστηκε το πρόσωπο του Μιχάλη όταν άκουσε εκείνη την ηχογράφηση… Αυτή για μένα ήταν η μεγαλύτερη ανταμοιβή.


Γιουσουρούμ:Εάν σας ζητούσαμε να μας πείτε το TOP 10 της ελληνικής μουσικής ανεξαρτήτως είδους, χρονιάς, γλώσσας κλπ, ποιο θα ήταν αυτό;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Δύσκολη απάντηση… Κι αφήνω απ’ έξω το ρεμπέτικο και την δημοτική παράδοση που είναι οδηγοί μου, όπως και κάθε μουσική παράδοση αλλά και κάθε μουσική εξερεύνηση σε παγκόσμιο επίπεδο… Επισημαίνω κάποιους (από τους πολλούς) πιο πάνω, των οποίων η δουλειά μου προκαλεί πάντα την προσοχή, μου αρέσει ή με κεντρίζει να μάθω κι άλλα. Σ’ αυτούς, έρχονται και προστίθενται νέοι ή κι εκ των παλαιοτέρων κάποιοι που δεν το βάζουν κάτω, τίμια κι εμπνευσμένα συνεχίζουν την μεγάλη και τόσο γοητευτική περιπέτεια της μουσικής δημιουργίας, ένα είδος μουσικής εξέγερσης χωρίς άναρθρες κραυγές και μπουρουμπουρου ακατάσχετο κι ύποπτο ίσως τελικά. Η πολλή καταγγελία βλάπτει τον στόχο -και τον στίχο- κουράζει, αποπροσανατολίζει. Όπως και τα πολλά εργαλεία και τα εφέ στην μουσική πλοκή, κι εκείνα τα τελείως άψυχα πλαστικά όργανα. Είπαμε: πινελιές! Όχι για χόρταση…

Όσοι έχουν φύγει για πάντα και είναι παρόντες μέσα από το έργο τους που έρχεται και μας θεραπεύει, μας καλμάρει, μας συνεπαίρνει -μικρό ή μεγάλο σε όγκο, δεν έχει σημασία- αποδεικνύουν αυτήν ακριβώς την αξία: την φλογίτσα που παλεύουμε να μείνει ζωντανή κι όρθια, στα σκοτάδια τα μολυσμένα, στις αισθήσεις που διασώσαμε δραματικά ταλαιπωρημένες από τις αναποδιές της ζωής και τις διαρκείς απώλειες αγαπημένων, καθώς προχωράμε από την μια άκρη ως την άλλη σε έναν κατεστραμμένο από τους βομβαρδισμούς ναό των Μουσών… Οπότε, ας έχουμε πάντα αυτό το προσκύνημα ως οδηγό, αλλά να έχουμε κι ανοιχτές τις Πύλες της σημερινής δημιουργίας, σε όλο το φάσμα του ορίζοντα, σε όλες τις γενιές, σε κάθε ρεύμα και πρόταση. Κάπου εκεί η Τέχνη ανασαίνει…

-------------------------------------------

H συζήτηση με τον Γιώργο Κωνσταντίνο Κούκιο συνεχίστηκε και όταν "'έκλεισε" το REC και ήταν στο συνολό της άκρως ενδιφέρουσα. Αποτελεί πραγματικά τιμή για το giousurum και σίγουρα δεν τελει΄σαμε έτσι απλά με την ιστορία των Morel.

Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2020

Μια άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση με τον Γιώργο Κωνσταντίνο Κούκιο των Morel

Η τελευταία χρονικά συνέντευξη/συζήτηση εδώ στo Γιουσουρούμ ήταν πρίν περίπου 4 1/2 χρόνια. Σήμερα έχουμε το πρώτο μέρος μιας πραγματικά ενδιαφέρουσας συζήτησης με τον Γιώργο Κωνσταντίνο Κούκιο των Morel. 
 
Οι Morel κατάφεραν μέσα σε λίγα χρόνια και κυκλοφόρησαν (κατά πολλούς) τον καλύτερο "Post New Wave" δίσκο με ελληνικό στίχο, να συμμετάσχουν στην Biennale της Bologna και να δούνε το δεύτερο άλμπουμ τους να διδάσκεται χως θέμα Σύγχρονης Μουσικής στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης. Όλα αυτά και άλλα τόσα που θα διαβάσετε θα σας κάνουν να αναζητήσετε τα πάντα για ένα συγκρότημα που για του νεώτερους ίσως παραμένει άγνωστο και μυστήριο. 
 
Στο πρώτο μέρος λοιπόν συζητάμε για την δημιουργία των Morel, για τον πρώτο τους δίσκο, μαθαίνουμε τι είπε ο Σιδηρόπουλος στον Κούκιο στο "Άλσος", τι είναι αυτό που έχει αλλάξει στην μουσική σκηνή της χώρας από τα μέσα της δεκαετίας του 80 μέχρι και σήμερα, για το άγχος και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι "εναλλακτικοί" μουσικοί εκείνης της εποχής  και άλλα πολλά ενδιαφέροντα. Ας αρχίσουμε λοιπόν..
---------------------------------------------------------------------------------------
  
Γιουσουρούμ: Για τους μη μυημένους το όνομα Morel ίσως να μην σημαίνει κάτι. Πως και γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο όνομα;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Στο ένθετο βιβλιαράκι που συνοδεύει άρρηκτα τον 1ο δίσκο των Morel «10000 Μέρες από ‘δω», εξηγούσα την προέλευση του ονόματος που επέλεξα κι αποδεχθήκαμε συνολικά ως συγκρότημα, ως μουσική «κολεκτίβα» όπως μας άρεσε να λέμε με τον Μιχάλη.
 
Η γλωσσική ρίζα του ονόματος Morel έχει δυό κύριες προελεύσεις: Η πρώτη είναι Ομηρική και σημαίνει την ειμαρμένη, την άφευκτη μοίρα του θανάτου, ποιητική αδεία την όψη του νεκρού και πιο ακραία το χρώμα του. Η δεύτερη έννοια είναι ένα κράμα λατινικών και αραβικής που σημαίνει το μαύρο αράπικο άλογο. Συν την κατάληξη ελ (κύρια ρίζα του Ελληνισμού), μου δημιούργησε ευθύς εξ αρχής ένα είδος κρυπτογράφησης της δικής μου καταγωγής: Morel, είναι επίσης ο Μαυριτανός. Ο βορειαφρικανός των Εσπερίδων και ταυτόχρονα, ο ευρωπαίος (αποτελεί συχνό επώνυμο στη Γαλλία και την Ισπανία) που ζεί ή έλκει την καταγωγή του από εκεί.    
 
 
Γιουσουρούμ: Από την Αθήνα του 85 μέχρι την Αθήνα του 2020 έχει αλλάξει κάτι όσον αφορά στην δυνατότητα ενός ιδιαίτερου μουσικού ή συγκροτήματος να βρει το δρόμο και για ευκαιρίες και να ακουστεί το έργο του;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Νομίζω πως δεν άλλαξαν και πολλά σε σχέση με την αποδοχή εκ μέρους των «παραδοσιακών» εταιρειών, των κυνηγών ταλέντων και των παραγωγών (αν υποθέσουμε πως υπάρχουν πράγματι τέτοιοι στην Ελλάδα) μιας και διαρκώς ανακυκλώνεται ένα μίγμα που λίγο ως πολύ κυκλοφορεί στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο, όσο και στις πίστες της νύχτας και των συναυλιών. Αυτό που άλλαξε κι έχει δώσει άλλες διεξόδους κι εναλλακτικές λύσεις είναι πέρα από την τεχνολογία, οι τρόποι και τα μηχανήματα ηχογράφησης. Ταυτόχρονα, τα μουσικά όργανα έχουν τεράστια γκάμα κι εξ ίσου μεγάλο φάσμα οικονομικής αξίας κι έτσι είναι πιο προσιτά από πριν. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι φανταστείτε έναν κόσμο -πριν από όχι και τόσα πολλά χρόνια- όπου έπρεπε να αποστηθίζεις, να σημειώνεις σε χαρτιά ή να ηχογραφείς σε αρχέγονα κασετοφωνάκια μια μελωδία, έναν σκοπό, ένα τραγούδι για να μην χαθεί, μην το ξεχάσεις, μέχρι να βρεις μουσικούς, στούντιο κλπ, δηλαδή σχεδόν αδύνατα πράγματα την δεκαετία του ’70, που όλοι νομίζουν σήμερα πως τρώγαμε με χρυσά κουτάλια, ρουφάγαμε φραπέδες κι αράζαμε ανακούρκουδα στα γκαζόν μιας απολαυστικής Αθήνας... 
 

Θα σας πως άλλη φορά για τις δυσκολίες ενός εφήβου επί χούντας ή στην αρχή της μεταπολίτευσης φερ’ ειπείν. Σε καμιά περίπτωση αυτό το μουσικό, πειραματικό μάλιστα υλικό, δεν μπορούσες να το παρουσιάσεις σε Εταιρεία -αν υποθέσουμε πως σου έκαναν τη χάρη να σε δεχτούν για ακρόαση κλπ-. Είχα πάει σε πολλές από αυτές, με υπευθύνους – Μαρκησίους που μπρος σε ένα βουνό κασετών τοποθετούσαν μετά την ακρόαση, με μεγάλο κόπο και βαριεστημάρα το πόνημά σου, σε μια από τις κορυφές εκείνων των οροσειρών τα «αζήτητα όρη»… Πόσα αριστουργήματα να πήγαν άραγε χαμένα; Κάπως έτσι συνεχίστηκε το βιολί αυτό του κοτζάμπαση των ερτζιανών και της δισκογραφίας κι ως τα τώρα καλά κρατεί ε! Θέλω να πω, υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα εκατοντάδες μουσικά σχήματα και καλλιτέχνες, κι όχι μονάχα ροκ σε κάθε της κλαδί κι απόχρωση, αλλά και παραδοσιακοί, πειραματικοί της παράδοσης, διαπολιτισμικοί μουσικοί… Τους ακούτε ή τους βλέπετε εκεί; …Μόνο που τώρα, οι νέοι αλλά κι όσοι εκ των παλαιοτέρων αντέχουν και γουστάρουν, έχουν τον διάολο μέσα τους: το διαδίκτυο! Και βεβαίως τα μύρια τόσα εργαλεία ηχογράφησης. Πρόκειται περί μιας νέας «εκδίκησης της γυφτιάς».


Γιουσουρούμ: Όταν κάποιος σας ρωτάει για τους Morel τι είναι το πρώτο που έρχεται στο μυαλό και στην καρδιά;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Μια ολόκληρη χρονική περίοδος γεμάτη δημιουργικότητα, τεράστιες δυσκολίες κι αναπάντεχες χαρές που ξαναβάζανε μπροστά με επιμονή, με χιούμορ, με μελαγχολία, με ερωτική διάθεση, με την φιλία, την μηχανή της ζωής: Την ελπίδα! …με μια λέξη…  Την ελπίδα για την κατανόηση και την αποδοχή αλλά και την διδαχή μιάς άλλης λέξης με πολύ μεγαλύτερο νόημα, που κινεί κατά τη γνώμη μου όλη τη ρόδα της ανθρώπινης διαδρομής: την Απώλεια. 
 

Γιουσουρούμ: Οι Morel όταν δημιουργήθηκαν είχαν στην σύνθεσή τους μουσικούς που είχαν ήδη μια παρουσία στα μουσικά πεπραγμένα της εποχής και ίσως από λίγο διαφορετικά ακούσματα εάν δεν κάνουμε λάθος. Τι ήταν αυτό που σας έφερε κοντά;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Ο Βερναρδάκης, ο Πέππας κι ο Σιδηροκαστρίτης μόλις έβγαιναν από την λυκειακή εμπειρία με σχήματα jazz, jazz-rock ή πιο καθαρόαιμα rock. Ο Σιδηροκαστρίτης είχε μελετήσει πολύ τους γίγαντες της Jazz, τον Elvin Jones για παράδειγμα στον οποίο οφείλει κατά τη γνώμη μου σε μεγάλο βαθμό το δυναμικό παίξιμο εκείνης της εποχής. Ο Νίκος όμως δεν ήταν μονάχα αυτό, παρότι νεότατος τότε είχε μια τεράστια γκάμα ακουσμάτων και μελέτης κλασικής παιδείας,  και ταυτόχρονα είχε βιώματα κι ακούσματα από την ελληνική κι ανατολική παραδοσιακή μουσική. Δοκίμαζε όλα αυτά μαζί με τον Μιχάλη, ή με μεγαλύτερο σχήμα,  όλοι μαζί στο Συν Ένα (το μπαρ, όχι το Στούντιο, αυτό έγινε αργότερα) όπου με τον Σπύρο Χατζηνικολάου δοκιμάζαμε διάφορα μίγματα ήχων, ερμηνευτών κλπ. Ο Νίκος κι ο Μιχάλης όμως, οι δυό τους αποκλειστικά, είχαν παράλληλα με όλα όσα συμμετείχαν, το δικό τους ντουέτο κι επιτρέψτε μου εδώ να υπογραμμίσω πως δεν έχω ακούσει και πολλούς μουσικούς να παίζουν έτσι, σ’ όλη μου τη ζωή. Κι έχω ακούσει αρκετά. Σ’ αυτόν τον πυρήνα, έπαιζε κι ο Βαγγέλης που ήταν ακόμα περισσότερο εγκεφαλικός, εσωτερικός στην μουσική του σπουδή κι εμπειρία. Να κάνω μια παρένθεση εδώ και να θυμίσω πως και οι τρεις τους είχαν περγαμηνές κλασσικών σπουδών μουσικής, πέρα από το πανεπιστήμιο όπου φοιτούσαν: Ο Μιχάλης στη Νομική, ο Βαγγέλης στο Πολυτεχνείο. Ο Βαγγέλης -θα τον ονόμαζα ως ο Έλληνας Jaco Pastorius, πέρα από την αριστουργηματική του ερμηνεία και ικανότητα στο Μπάσο (κάθε μορφής), έπαιζε και πολύ καλή κιθάρα. Κι έγραφε και μελωδίες, με βαθιά συναισθηματική αξία. Με τον Βαγγέλη παίζοντας, έφευγε κανείς, γινόμασταν λωτοφάγοι… 
 
Τώρα, για τον Μιχάλη τί να πώ; Η προσέγγιση που είχαμε ήταν πολύ στενά συντροφική και φιλική, από ένα σημείο και μετά δεν μιλούσαμε, εργαζόμασταν παίζοντας κι αυτό ήταν ένα Θείο δώρο, για όσα χρόνια το απολαύσαμε, ως φίλοι, ως αδέρφια. Ο Μιχάλης είχε την διαύγεια και το ταλέντο να διακρίνει αμέσως την ουσία μιας σύνθεσης, να πλέξει εκεί την δική του υπόθεση, να εκλεπτύνει δίχως να καταστρέψει ή πολύ περισσότερο να τον απασχολεί να επιβληθεί. Κι από πλευράς δεξιοτεχνίας κι ερμηνεία, είναι κρίμα μεγάλο που δεν πρόλαβε να αφήσει έργο παρά μόνο σπαράγματα…  Ο Μιχάλης είχε ήδη αρχίσει από την εφηβεία του να εμβαθύνει στη νεότερη jazz σκηνή, αυτήν της ecm αλλά και ιδιαίτερα στον Mc Laughlin που αγαπούσε ιδιαίτερα, γνωρίζοντας βέβαια όλη την πορεία της jazz όπως και της κλασικής, της ροκ ή της παραδοσιακής μουσικής. Είχε επίσης μεγάλη σπουδή στους Aria την εποχή του Stratos, κι από τους σύγχρονους τους Residents που εκτιμούσε ιδιαίτερα. Με τον Μιχάλη, σε όλες αυτές τις αναζητήσεις, τις ατέλειωτες ακροάσεις, τις δοκιμές κλπ, ζήσαμε υπέροχες εμπειρίες. Όλα αυτά, ήρθαν ως φυσική συνέχεια της δικής μου πορείας, έχω γράψει και μιλήσει αρκετές φορές γι’ αυτά κι εδώ θα σημειώσω μόνο την συμπόρευση με τον Χατζηνικολάου ως βαθιά σπουδή και συνδημιουργία που προηγήθηκε των Μορέλ. Παράλληλα βέβαια, την ίδια ακριβώς εποχή με τους Μορέλ, υπήρχε πάντα η ενασχόλησή μου με την παραδοσιακή μουσική και το ρεμπέτικο αλλά και το λεγόμενο «έντεχνο», με αποκορύφωμα το μαγαζί που είχαμε φτιάξει με τον Βαγγέλη Κορακάκη στην Καισαριανή -το «Μακάμι»- και την δική μας μελέτη και προσέγγιση σε όλον αυτό τον θησαυρό που είναι το αυθεντικό λαϊκό και κοσμικό ελληνικό τραγούδι. Γι’ αυτά, μια άλλη φορά ίσως να τα πούμε.


Γιουσουρούμ
: Ο πρώτος δίσκος σας "10.000 Μέρες από 'δώ" είχε χαρακτηριστεί από πολλούς ως ο καλύτερος "Post New Wave" με ελληνικό στίχο. Αυτό αποτέλεσε στοιχείο δυναμικής ή τροχοπέδη με οιονδήποτε τρόπο στην μουσική σας εξέλιξη και πορεία;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Αυτά τα λένε και τα γράφουν εκείνοι που θεωρούν πως πρέπει με κάθε τρόπο να κατατάξουν κάποιο έργο. Το Ostinato Rigore για παράδειγμα, τί σχέση έχει με το new wave; έχει ίσως μια συγγένεια με τους Felt, αλλά είναι μια ευθεία αναφορά στον Σταύρο Ξαρχάκο. Όπως κι οι Μακρινές Γραμμές στον Οδυσσέα Ελύτη. Κάθε κομμάτι έχει τουλάχιστον 1-2 κλειδιά προσέγγισης και μια τουλάχιστον ιστορία κρυμμένη ανάμεσα σε κείνη που αφηγείται ο στίχος… Το Δίπλα σε Πέταγμα Πουλιών ή Στη Σιωπή Γυαλί, ναι, είναι κατευθείαν αναφορές σ’ αυτήν την σύγχρονη τότε- μαυροντυμένη συνήθως εξέγερση των νέων καλλιτεχνών και των φίλων ή των ακροατών τους κλπ. Τροχοπέδη όμως όχι, δεν στάθηκε σε καμιά περίπτωση. Δεν σταμάτησα να γράφω, να δημιουργώ με διάφορους τρόπους. Η μουσική και το τραγούδι είναι μια έκφραση για μένα, σημαντικότατη όχι όμως και η μοναδική. Ευτυχώς! Αυτό που συνέβη είναι πως παρά τις εξαιρετικές κριτικές και την αποδοχή του κόσμου, τα μεγάλα (ελάχιστα τότε) μαγαζιά που κάνανε θεματικές συναυλίες είχαν πρόβλημα να μας εντάξουν στο πρόγραμμά τους. Μάλλον αυτοί χάσανε… Και χάσαμε κι εμείς, αφού ήταν αδύνατο είτε από τους δίσκους μας είτε από τις μικρού βεληνεκούς εμφανίσεις μας να πληρωθούν οι μουσικοί του γκρουπ, οι τεχνικοί, φωτογράφοι κλπ. Και για μένα, ήταν αδύνατο να καλύψω τα έξοδα εσαεί… Ελάχιστοι κατάφεραν, με αίμα και τεράστιο κόπο αυτό το πράγμα, δηλαδή να δημιουργούν αυτό που ήθελαν και να ζουν -επαναλαμβάνω, με πολλές δυσκολίες- από αυτό που επέλεξαν να είναι η ζωή τους. Και είναι άξιοι σεβασμού.

Γιουσουρούμ: Αλήθεια γιατί δυο χρόνια ηχογραφήσεων για έναν δίσκο;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Γιατί όλοι οι συμμετέχοντες είχαν πολλές ασχολίες για να αφιερωθούν αποκλειστικά στην δισκογράφηση. Κι εμένα μου ήταν αδύνατο κάτι τέτοιο. Τα παιδιά σπουδάζανε όπως είπα και παράλληλα είχαν αρχίσει να δισκογραφούν. Έπρεπε να βγάλουν το ψωμί τους -πράγμα καθόλου εύκολο για την εποχή- κι εγώ το δικό μου, εργαζόμουν ήδη ως υπάλληλος. Την μουσική, αν θέλεις να την υπηρετήσεις στην Ελλάδα πρέπει να κάνεις τεράστιες θυσίες. Η θυσία τους, ήταν οι ελάχιστες ελεύθερες ώρες τους που τις αφιέρωσαν σταλιά-σταλιά στους δίσκους μας, ιδιαίτερα στον πρώτο. Και τους ευγνωμονώ. Βέβαια, είχε μια επιπρόσθετη δυσκολία αυτό, για παράδειγμα όταν ξεκινήσαμε δεν υπήρχε η τεχνολογία που είχαμε στη διάθεσή μας δυό χρόνια μετά. Τα πράγματα βλέπετε κάλπαζαν γοργά. Κι εμείς δοκιμάζαμε καινούργια πράγματα κάθε τόσο. Θα ήθελα κάποτε να μπορούσα να ξανακούσω τις πολυκάναλες μπομπίνες, πρέπει να γίνεται χαμός από ηχογραφήσεις, ξανά και ξανά. Ο Σπύρος Χατζηνικολάου κουράστηκε πολύ για να μιξάρουμε και να φτάσουμε στο master tape, στις μήτρες. Νομίζω όμως πως το τελικό αποτέλεσμα είναι τίμιο κι αποδίδει τις αρχικές προθέσεις και προσδοκίες. 


Γιουσουρούμ
: Έχοντας τότε παίξει σε όλα τα στέκια και με όλα τα γνωστά ονόματα της εποχής τι είναι αυτό που θυμάστε περισσότερο από τότε;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Τον Παύλο Σιδηρόπουλο. Ένα βράδυ -το τελευταίο που μιλήσαμε- στο «Άλσος» στο φουαγιέ, οι δυό μας. Λίγες μέρες πριν παίξουμε εμείς. Είχα πάει να τον ακούσω και να δω πάλι τον χώρο που ήξερα από παιδί, μέναμε εκεί απέναντι όταν εγκατασταθήκαμε στην Ελλάδα. Του λέω σε μια στιγμή «Παύλο, ως πού θα πάει όλο αυτό…» και μου απάντησε «τώρα είναι πολύ αργά, ας προσέξουν άλλοι, να μείνουν μακριά…». Σπουδαίος ερμηνευτής, συγκλονιστικός.

Μου έχει εντυπωθεί επίσης το άγχος για την τελική ποιότητα του ήχου, σπάνια όπως θα θέλαμε, όχι μονάχα εμείς αλλά και οι τεχνικοί. Ήταν μεγάλο μανίκι ο ήχος τότε, χωρίς ηλεκτρονικούς αυτοματισμούς και ψηφιακές κονσόλες με μνήμες κλπ. Τα προλάβαμε στην αρχή τους -στο δικό μας τέλος-. Για να παίξουν 2-3 συγκροτήματα επί της ίδιας σκηνής, διαδοχικά, ο κύριος όγκος του ήχου προσαρμοζόταν στο «γνωστό γκρουπ» της βραδιάς και οι άλλοι (τα ξεχωριστά κανάλια για κάθε όργανο, κάθε συγκροτήματος κλπ) σημειωνόντουσαν χονδρικά σε κομμάτια κολλητικής ταινίας σε κάθε ποτενσιόμετρο, σε κάθε εφέ (αν υπήρχε τέτοιο) κλπ. Χάος! Καμιά φορά λειτουργούσαν όλα αυτά χάρι στις φιλότιμες κι υπεράνθρωπες προσπάθειες των τεχνικών κι άλλες μας γράφανε κανονικά… Παρ’ όλ’ αυτά, ηχογραφούσα πάντα σχεδόν το σύνολο της κάθε συναυλίας, κι υπάρχουν κάποιες στιγμές εκπληκτικές σ’ αυτήν τη ζούγκλα…
 
Γιουσουρούμ: Υπήρχε τότε αυτό που πολλοί πιστεύουμε και ονομάζουμε ως Ελληνική Ανεξάρτητη σκηνή;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Φυσικά και υπήρχε και υπάρχει κι ενυπάρχει. Υπάρχει Ανεξάρτητη Σκηνή στην εξαρτημένη κι Εξαρτημένη στην ανεξάρτητη κι ούτω καθεξής. Ως τάση όμως και αρχικό όραμα, και κυρίως ως πραγματικότητα και τρόπο ζωής και δημιουργίας, υπάρχει -αλλά δεν είναι αυταπόδεικτο- σε προσωπικό επίπεδο. Κάποιοι δημιουργοί -αυτούς που κάποιοι τους κατηγορούν ως «κατεστημένο», όποια κι αν είναι η επιλογή τους κι η στέγη τους- πάλεψαν πάρα πολύ στη ζωή τους ή ήταν πραγματικά μεγάλοι και το έργο τους αποδεικνύεται τεράστιο κι έτσι ουσιαστικά κράτησαν το τιμόνι οι ίδιοι και πρόσφεραν θησαυρούς στον κόσμο. Και το αντίθετο. Το παράδοξο που παλεύει να αναδείξει ο Camus υπάρχει παντού, γιατί αυτή είναι η ζωή, αυτή είναι η ανθρώπινη συμπεριφορά.
 
Ο Χατζιδάκις για παράδειγμα, ο Θεοδωράκης, ο Ξαρχάκος, ο Μαρκόπουλος, ο Πλέσσας, ο Σπανός, ο Χατζηνάσιος, ο Μούτσης, ο Κηλαηδόνης, ο Λοϊζος κι ο Σαββόπουλος, ο Μικρούτσικος αργότερα κλπ. Η Φαραντούρη, η Μοσχολιού, η Νίνου, η Μπέλλου, η Γεωργακοπούλου κ.α. Οι Socrates, οι Poll, ο Πουλικάκος, η Σπυριδούλα, ο Παύλος Σιδηρόπουλος, ο Πανούσης, ο Δρόλαπας, ο Παπαντίνας, οι Τρύπες, τα Σπαθιά, ο Παυλίδης, ο Αγγελάκας, ο Γιώργος Δημητριάδης, η Μόνικα, η Λένα Πλάτωνος, η Σαβίνα Γιαννάτου, ο Γιώργος Μακρής, η Κρίστι Στασινοπούλου, οι Naxatras, οι Dead Ends, οι Last Drive, οι Vodka Juniors, οι Earthbound στην δική τους πορεία. Η Κωχ, ο Ξυλούρης, ο Μαμαγκάκης, ο Γκαϊφύλλιας, ο Ξυδάκης, ο Παπάζογλου, ο Ρασούλης, ο Μάλαμας, ο Μαμαγκάκης, η Ελευθερία, η Τσαλιγοπούλου, η Γλυκερία, η Τσανακλίδου, η Κορίνα Λεγάκη, ο Ανδρέου, o Περίδης, οι Χαϊνηδες, ο Χαρούλης, ο Πορτοκάλογλου, ο Σπάθας, ο Ρακόπουλος κι άλλοι ευτυχώς πολλοί. Όλοι αυτοί είχαν μεν συμβόλαια ή απλά ηχογράφησαν με μια εταιρεία, αλλά φέραν το σκάφος τους λίγο ως πολύ στην δική τους ευκταία πορεία, με μεγάλο κόστος, με πολλή δουλειά.
 
Υπάρχει κι ένα πολύ ωραίο βιβλίο, του Μάτσα που καταρρίπτει πολλούς μύθους νομίζω. Όπως και του Ζαμπέτα, αριστούργημα! Κάθε άλλο παρά «εξαρτημένη σκηνή» λοιπόν, η σκηνή που ανέδειξε τον Τούντα, τον Μάρκο, τον Τσιτσάνη, τον Παπαϊωάννου, τον Χατζηχρήστο, τον Ζαμπέτα, τον Χιώτη, τον Μπιθικώτση, τον Καζαντζίδη ή τον Νταλάρα, τον Νικολόπουλο, τον Πάνου, τον Κοντογιάννη, τον Μάγκα, τον Κορακάκη. Την Παπαγιαννοπούλου, τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Ελευθερίου, τον Σαμαρτζή, τον Σκούρτη, τον Χριστοδούλου, τον Γκούφα, τον Γκάτσο και τόσους στιχουργούς, αληθινούς ποιητές και τεχνίτες της πλοκής ενός μικρού διαμαντιού που να τραγουδιέται. Εκτός και κάποιος με πείσει πως αυτοί τα βρήκαν όλα ρόδινα και δεν κάνανε τίποτε άλλο παρά να υποκύπτουν. Συμβιβασμοί γίνονται πάντα στη ζωή, κι από όλους ανεξαιρέτως, όπως και μάχες δίνονται, ασταμάτητα και πολύ μεγάλες μάλιστα, ανεξάρτητα από ταμπέλες και προθέσεις. Η ελευθερία και η ανεξαρτησία βρίσκονται μέσα στην Κοινωνία κι όχι έξω από αυτήν, είναι το έπαθλο κι έχει μόχθο και κόστος. Αλήθεια και ψέμα, υπερβολή και σύνεση υπάρχει παντού, είναι προσωπικό το θέμα, το πως θα εξελιχθείς και τί αποτύπωμα θα αφήσεις, πέρα από τις αρχικές προθέσεις. Η μουσική είναι το αίμα της ψυχής και τρέχει εδώ κι εκεί χωρίς σύνορα, σαν σε συγκοινωνούντα δοχεία. Το ίδιο οι γνώσεις κι οι ιδέες, το ίδιο όμως και το μίσος κι οι μολύνσεις…


Γιουσουρούμ: Τώρα πιστεύετε ότι υπάρχει αντίστοιχη σκηνή;

Γιώργος Κωνσταντίνος Κούκιος: Έτσι κι αλλιώς το εταιρικό τοπίο είναι τελείως διαφορετικό από τότε και ίσως και να μην χρειάζεται καν. Όσοι υπολογίζουν σε ανακατατάξεις, εννοούν μια επανάληψη με απλό ανακάτωμα της τράπουλας και νέους παίκτες της ίδιας παλιάς κοπής. Είναι μύωπες, τουλάχιστον... Σαν την Βουλή των Νέων, που βλέπεις έναν/μια έφηβο να αγορεύουν, να έχουν πλήρη ελευθερία υποτίθεται να πουν και να ξετυλίξουν μια φρέσκια ιδέα, μια ουσιαστική εναλλακτική λύση, και βρίσκεσαι μπροστά στον κλώνο του παλιού αν όχι του παμπάλαιου…. Υπάρχει όμως τώρα ευτυχώς, πολύς νέος κόσμος που τα προσπερνά όλα αυτά, διότι το διαδίκτυο είναι ένας τεράστιος αγωγός που συνδέει καλλιτέχνες κι ακροατές παγκόσμια. Και ταυτόχρονα, είναι κερδοφόρο για τον δημιουργό. Βεβαίως, ως αγωγός, μεταφέρει και πολλά σκουπίδια, καιρός όμως να ωριμάσουμε και να αποκτήσουμε αυτό που ακούγεται πολύ τελευταία -και συμφωνώ με αυτό όταν επιλέγουμε: Προσωπική ευθύνη, στην επιλογή πρώτ’ απ’ όλα και στην διάχυση στη συνέχεια. Ευθυκρισία κι επίγνωση λοιπόν. Το πρόβλημα που προκύπτει από την εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών, είναι η ασυδοσία που επέφερε η ψηφιοποίηση και η ευκολία αντιγραφής, δανεισμού, μεταπώλησης κλπ, των ψηφιοποιημένων έργων. Αυτό ήταν και παραμένει άδικο, αν όχι εγκληματικό για τους δημιουργούς. Η επιστροφή στο Βινύλιο, στο Ραδιόφωνο κλπ, είναι μια σπουδαία απόφαση, σε παράλληλη χρήση μιας πιο συνετής χρήσης της ψηφιακής τεχνολογίας αναπαραγωγής. Όταν χάνεις τον δρόμο, δεν είναι κακό να κάνεις δυό βήματα πίσω, να ξαναπιάσεις το μονοπάτι απ’ το σημείο που έχασες το βήμα…

------------------------------------------------------------------------

Στο δεύτερο μέρος, που θα ακολουθήσει σε λίγες ημέρες, συζητάμε για το Chernobyl, για την Biennale της Bologna , για τον δεύτερο δίσκο τους με τίτλο Βουβά Τοπία, για το τρίτο τους άλμπουμ που δεν κυκλοφόρησε ποτέ και άλλα πολλά. Μέχρι τότε ας (ξανα)ακούσουμε το «10000 Μέρες από ‘δω».
 

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

Συζήτηση με (όλους) τους U.L.S

Η κυκλοφορία του άλμπουμ τους άργησε κοντά μισό αιώνα. Τώρα, εν έτη 2016, οι τέσσερις UlS φιλοξενούνται εδώ στου giousurum και εμείς σηζητάμε μαζί τους. Όλα φυσικά τα ωφείλουμε (όπως και την κυκκοφορία του δίσκου) στον Δημήτρη από την b-otherside..Διαβάστε λοιπόν τι λένε οι ULS για την καθυστέρηση της κυκλοφορίας του άλμπουμ τους, για την πιθανότητα επανασύνδεσης στην σκηνή, για τους καλλιτέχνες και την οικονομική κρίση.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------

Giousurum: Aν και η ιστορία για το πώς προέκυψε το U.L.S είναι λίγο πολύ γνωστή θα θέλαμε να την ακούσουμε από πρώτο χέρι.
Σταμάτης Σπανουδάκης: Ομολογώ ότι δεν θυμάμαι ακριβώς. Πάντως, απο πολύ μικρή ηλικία 13-14 ετών, είχα η συμμετείχα σε γκρουπ, μέχρι το 1972 την εποχή που έφυγα για το Παρίσι. Απο κεί και μετά λίγο ως πολύ, πορεύομαι μουσικά μόνος.
Γιάννης Κύρης:  Ένα τρίγωνο πράσινο σημαιάκι ενός Αμερικάνικου Kολλεγίου ή Πανεπιστημίου (δεν θυμάμαι, ρωτήστε τον Σταμάτη!!!) που έγραφε με κίτρινα γράμματα “ULS” στο σπίτι του Σταμάτη ήταν το οπτικό ερέθισμα.
Freddy Werder: Ακριβώς δεν θυμάμαι. Κάπου σε εξωσχολικές συναντήσεις έγινε η αρχή. Τον Γιάννη τον είχα γνωρίσει πρώτο σε καλοκαιρινές διακοπές το 1958 στην Κω. Τότε ήμουνα 13 χρονών. Ποδήλατο, μακαρονάδα και τραγούδι τα μεσάνυχτα μετά από τον κινηματογράφο στο... νεκροταφείο μαζί με την Φωτεινή και πολλούς άλλους. Μερικά χρόνια αργότερα, δεν θυμάμαι πώς, βρεθήκαμε με τούς Γιάννη Κύρη, Γιάννη Σιτινά, Σταμάτη Σπανουδάκη και τον λεγόμενο « Ρόγα » Γιώργο (δεν θυμάμαι το επίθετό του) σ’ένα άδειο διαμέρισμα στα Εξάρχεια, Μπουμπουλίνας πίσω από το Πολυτεχνείο, το οποίο ο πατέρας του Γιώργου μας το διέθεσε τότε για τις πρόβες μας. Και ένα μικρό ανέκδοτο: Ο Γιώργος είχε πρόβλημα με την ακοή του και έπαιζε φάλτσα. Ο Κύρης (σόλο κιθάρα) γιά το καλό της πρόβας τραβούσε και έβγαζε που και που το ζάκ της κιθάρας του Γιώργου από τον ενισχυτή χωρίς ο τελευταίος να το παίρνει χαμπάρι.
Σπύρος Αμπατζόπουλος : Αρμόδιοι ο Γιαννης Κυρης και ο Σταματης Σπανουδακης.. Eγώ ήρθα στους ULS αργότερα..

GIousurum:  Τι ήταν εκείνο που σας ώθησε στην δημιουργία των U.L.S
 Γιάννης Κύρης: Καθαρή τύχη. Έτσι κι αλλιώς έψαχνα για συνεργασία με ομοιοπαθείς λάτρεις της ξένης μουσικής.
Freddy Werder: Σίγουρα η αγάπη μας για την μουσική και η φιλία μας.
Σπύρος Αμπατζόπουλος : Αρμόδιοι ο Γιαννης Κυρης και ο Σταματης Σπανουδακης.. Έγω ηρθα στους ULS αργότερα..

GIousurum:  Ποιες ήταν οι επιρροές σας εκείνη την εποχή? Είχατε κοινά ακούσματα¨?
Σταμάτης Σπανουδάκης: Όπως πάντα, η αγάπη για την μουσική και η επιθυμία να μοιάσω στα τότε "είδωλά" μου. Beatles, Kinks, Rolling stones. Πάντα προτιμούσα τα Αγγλικά συγκροτήματα.
Γιάννης Κύρης: Ναι. Είχαμε κοινά ακούσματα στο συγκρότημα. Beatles, Stones, Yardbirds, Animals, Bob Dylan, Byrds,
Freddy Werder: Οι επιρροές; Beatles, Rolling Stones, Shadows, Ventures και πολλοί άλλοι.Είχαμε κοινά ακούσματα. Εμένα μου άρεσε επίσης και η γαλλική και ιταλική μουσική. Την ελληνική μουσική άρχισα να την ακούω όταν πλέον πήγα στην Ελβετία το 1967.
Σπύρος Αμπατζόπουλος : Beatles, Rolling Stones, Byrds, Yardbyrds, Bob Dylan, Cream..

GIousurum: Γιατί μια παρέα νέων στα μέσα της δεκαετίας του 60 να προτιμήσει τον Αγγλικό και όχι τον Ελληνικό στίχο?
Σταμάτης Σπανουδάκης: Εκείνη την εποχή, δεν υπήρχε τίποτε στο ελληνικό μουσικό στερέωμα που να μου άρεσε. Μόνον οι δυσεύρετοι και εισαγόμενοι δίσκοι των Beatles κλπ. Αυτοί ήταν οι "δάσκαλοι" και το πρότυπο για μένα
Γιάννης Κύρης: Όταν κυριαρχούν οι Beatles, ροκ=αγγλικός στίχος. Το αυθεντικό πάντα κερδίζει.
Freddy Werder: Η προτίμηση για στίχο δεν αποφασίστηκε. Ήλθε φυσιολογικά από μόνη της. Βέβαια επιρροή είχαν σίγουρα και τότε σαββατιανά παρτάκια, στα οποία χορεύαμε με μουσική Paul Anka, Neil Sedaka, Ray Charles, Frank Sinatra και άλλους οι οποίοι τραγουδούσαν στην γλώσσα του Shakespeare και Oncle Sam, όπως και η μουσική στα night club.

GIousurum: Για πολλά χρόνια γραφόταν ότι είχατε τελικά κυκλοφορήσει εκείνο το single με το friend και πολλοί είχανε ριχτεί στην αναζήτησή του Τελικά γιατί δεν κυκλοφόρησε τότε?Σταμάτης Σπανουδάκης: Νομίζω ότι πέθανε ο παραγωγός, η κάτι τέτοιο.
Γιάννης Κύρης:  Δεν έχω ιδέα. Επιπολαιότητες της ηλικίας...
Freddy Werder: Εμένα τουλάχιστον δεν μου ήλθε ποτέ η ιδέα. Εκτός αυτού δεν είχαμε την χρηματική άνεση για μία επαγγελματική ηχογράφηση, την παραγωγή και την εμπορική διανομή. Εκτός αυτού μην ξεχνάμε ότι πηγαίναμε ακόμα γυμνάσιο. Τουλάχιστον οι γονείς μου έβλεπαν με πολύ άγριο μάτι να γίνω... τσασμπανίστας.
Σπύρος Αμπατζόπουλος : Δεν θυμάμαι καλά.. Το πιθανότερο είναι γιατί διαλύθηκε το συγκρότημα.

GIousurum Το ηχογραφημένο σας υλικό σας βρέθηκε στην Ελβετία. Ο Freddy ήταν ο κλειδοκράτορας του θησαυρού?
Σταμάτης Σπανουδάκης:: Πολύ πιθανόν.
Γιάννης Κύρης:  Εκ του αποτελέσματος, ναι. Ελβετός είναι ο άνθρωπος. Σημασία στη λεπτομέρεια, όχι σαν και μας....
Freddy Werder: Ναι. Ομολογώ δεν ξέρω γιατί η μπομπίνα (Skotch) της ηχογράφησης με τα τρία κομμάτια « Can You Remember », « Invitation » και « My Mind Is With You » έμεινε σε μένα και μετακόμισε μετά μαζί μου στην Ελβετία. Το συγκλονιστικό είναι ότι μετά από 50 χρόνια η ποιότητα της ταινίας και των τραγουδιών έμεινε άψογη. Το ότι τα τρία κομμάτια είδαν το φως υπό την μορφή αρχείου ΜΡ3 ήταν δώρο που η Φωτεινή Πρωτοψάλτη μου έκανε όταν κάποτε πριν 3-4 χρόνια τηλεφωνώντας από Ελβετία μου είπε να φέρω την ταινία στην Αθήνα για να την μεταγράψει. Έτσι και έγινε. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στο Φωτεινάκι!
Σπύρος Αμπατζόπουλος  Τέσσερα τραγούδια στην Ελλάδα και τρία στη Ελβετία..

GIousurum: Διαβάζουμε ότι πριν την ηχογράφηση του friend είχε προηγηθεί εκείνη των baby Frankenstein και peace pipe. Αυτά υπάρχει η πιθανότητα να τα ακούσουμε ποτέ μιας και δεν τα συμπεριλάβατε στο δίσκο που κυκλοφορήσατε το 2015.
Σταμάτης Σπανουδάκης:: Αν δεν κάνω λάθος, αυτά είναι κομμάτια προ ULS. Οι στίχοι ήταν του Νίκου Μαστοράκη και η μουσική δική μου. Θυμάμαι ακόμη μόνον την μελωδία του ρεφρέν του Baby Frankestein.
Γιάννης Κύρης: Peace Pipe (πίπα της ειρήνης) λεγόταν το κομμάτι. Ήταν μια δική μου εκτέλεση ενός κομματιού των Shadows. Οι Shadows ήταν η αιτία που αγόρασα κιθάρα. Πολύ θα'θελα και γω να το ξανακούσω.
Freddy Werder:  Αχ αυτό το « Baby Frankenstein»! Κρίμα που δεν σκεφτήκαμε να το ηχογραφήσουμε τουλάχιστον με ένα μαγνητόφωνο. Ακόμα σήμερα τριγυρίζει μέσα στο μυαλό μου. Μου άρεσε πολύ. Τουλάχιστον για το « Peace Pipe » το οποίο έπαιζε τέλια ο Γιάννης έχω τον δίσκο των Shadows ο οποίος με παρηγορεί και μου θυμίζει τα παλιά.
Σπύρος Αμπατζόπουλος: Αρμόδιοι ο Γιαννης Κυρης και ο Σταματης Σπανουδακης.. Εγώ ήρθα στους ULS αργότερα..

GIousurum:  Και μιας και η κουβέντα ήρθε στον δίσκο του 2015. Γιατί άργησε 50 χρόνια?
Γιάννης Κύρης: Για να μπει στο βιβλίο Γκίνες σαν παγκόσμιο ρεκόρ καθυστέρησης!!!!!!!!!!!!
Freddy Werder: Γιατί; Φταιει ο Δημήτρης Βασιλειάδης που άργησε να μας ξανά… ανακαλύψει JJJ… Μετά, ό δίσκος βγήκε πολύ γρήγορα...
Σπύρος Αμπατζόπουλος: Γιατί τα τέσσερα από τα επτά τραγουδια είχαν μεν μαγνητοφωνηθεί στην Columbia αλλά δεν τυπωθήκανε τελικά ποτέ σε δίσκο..

GIousurum:  Η συνεργασία με την b-otherside πως προέκυψε? Γιατί σε μια «μικρή» εταιρεία και όχι σε μια από τις μεγάλες?
Σταμάτης Σπανουδάκης: Και για την κυκλοφορία αλλά και την ύπαρξη αυτού του δίσκου υπεύθυνος είναι ο Δημήτρης Βασιλειάδης  (b-otherside). Τον ευχαριστώ και δημοσίως για τα όσα τρυφερά και αληθινά, μου θύμισε.
Γιάννης Κύρης: Η εταιρία έψαξε και βρήκε το υλικό και εμάς. Εμείς είχαμε ξεχάσει τα προ 50ετίας γεγονότα.
Freddy Werder: Είναι ο Γιάννης και ο Σπύρος που ασχολήθηκαν και με ενημέρωσαν αργότερα. Προσωπικά δεν γνωρίζω το μέγεθος της b-otherside. Πάντως για να γίνει σωστή δουλειά δεν εξαρτάται από το μέγεθος της εταιρείας αλλά ποιοι κάνουν την δουλειά.
Σπύρος Αμπατζόπουλος: Γιατί ήταν ο Δημήτρης Βασιλειαδης της b-otherside που ανέλαβε την πρωτοβουλία, ερεύνησε για περισσότερο από τρία χρόνια, διαπραγματεύτηκε, συνέλεξε ηχητικό και φωτογραφικό υλικό, το ταξινόμησε και εκτύπωσε τελικά τον δίσκο του 2015.

GIousurum: Ποιο θεωρείτε το σπουδαιότερο ελληνικό συγκρότημα εκείνης της εποχής?
Σταμάτης Σπανουδάκης: Ανάμεσα σε πολλά, θα διάλεγα τούς Forminx
Γιάννης Κύρης: Τους Forminx του Βαγγέλη Παπαθανασίου.
Freddy Werder: Τους Forminx.
Σπύρος Αμπατζόπουλος:Για μένα οι Forminx και μετά οι Juniors..

GIousurum: Όλα αυτά τα χρόνια είχατε επαφές? Δεν σκεφτήκατε νωρίτερα να κυκλοφορήσετε το υλικό σας?
Σταμάτης Σπανουδάκης: Δεν θα το λεγα. Η αγάπη και η τρυφερότητα όμως, ήταν πάντα εκεί.
Γιάννης Κύρης: Ήταν μια παιδική πλάκα. Το είχα ξεχάσει.
Freddy Werder: Όχι. Εγώ ήμουν ήδη στην Ελβετία και από την αρχή δεν είχα προβλέψει μια μουσική καριέρα. Έπαιξε ρόλο και ο τότε σεβασμός πρός τους γονείς μου που δεν ήθελαν να άνω μουσική καριέρα.
Σπύρος Αμπατζόπουλος: Εγώ δεν είχα επαφές γιατί ασχολήθηκα πρώτα με την δικηγορία και ύστερα με την διπλωματία..

GIousurum: Υπάρχει περίπτωση να κυκλοφορήσετε και άλλο άλμπουμ ως U.L.S?
Γιάννης Κύρης Προφανώς όχι. Δεν υπάρχει άλλο καταγραμμένο υλικό.
Freddy Werder: Δεν πιστεύω. Δεν βλέπω τι, πώς και πότε. Εκτός εάν ο Δημήτρης ξεχωνιάσει κάπου το « Baby Frankenstein ».
Σπύρος Αμπατζόπουλος: Δεν το’χουμε συζητήσει.. οι δυνατότητες / ικανότητες υπάρχουν..

GIousurum: Να τολμήσουμε να ρωτήσουμε εάν έχετε σκεφτεί την πιθανότητας μιας ζωντανής εμφάνισης?
Σταμάτης Σπανουδάκης: Δέν βλέπω τον λόγο. Είναι μία τρυφερή παιδική στιγμή που πέρασε.
Γιάννης Κύρης Όχι βέβαια.
Freddy Werder: Δεν πιστεύω. Αλλά όρεξη έχω.
Σπύρος Αμπατζόπουλος: Δεν το’χουμε συζητήσει.. οι δυνατότητες / ικανότητες υπάρχουν..

GIousurum: Αν ήταν να εμφανιστείτε ως U.L.S και να παίξετε ένα μόνο κομμάτι ποιο θα ήταν αυτό και γιατί?
Σταμάτης Σπανουδάκης: Θά σας γελάσω.
Freddy Werder Από δικό μας κομμάτι θα έλεγα ίσως το « Invitation » και για μη δικό μας το « Satisfaction » των Rolling Stones. Μου αρέσει τρομερά. Είναι ένα κομμάτι όπως λένε στην Γερμανία « Kultmusik » και όταν το παίζαμε στίς εμφανίσεις μας σε αθηναϊκά παρτάκια, χορούς την τότε εποχή του ΄60 γινόταν της κακομοίρας. Old good times… 
Σπύρος Αμπατζόπουλος: Περι ορέξεως και χρωμάτων..

GIousurum:Και για το τέλος μια επίκαιρη ερώτηση. Η Ευρώπη βιώνει μεταξύ άλλων μια βαθιά οικονομική ή και πολιτική κρίση. Πολλή κουβέντα γίνεται για το τι πρέπει να κάνει ο καλλιτέχνης σε αυτές τις περιπτώσεις. Να σιωπά ή να έχει σημαντική και ενεργή συμμετοχή στην συζήτηση περί λύσεων?
Σταμάτης Σπανουδάκης: Ο καλλιτέχνης πρέπει να προχωράει την τέχνη του και να δημιουργεί ομορφιά σε όλες τις συνθήκες και μέσα σε όλες τις κρίσεις. Λίγο σαν τον μοναχό, να ζει κατά το δυνατόν, σε μία άλλη μουσική διάσταση
Γιάννης Κύρης: Ο καλλιτέχνη πρέπει να αφοσιώνεται στην τέχνη του. Η κομματοποίηση και η πολιτικοποίηση του επώνυμου καλλιτέχνη με ενοχλεί. Η Τέχνη είναι υπεράνω πολιτικής.
Freddy Werder: Βασικά ο καλλιτέχνης σαν πολίτης σε ένα δημοκρατικό κράτος είναι ελεύθερος να εκφράζεται πολιτικά δια μέσου του έργου του, δημόσιες εμφανίσεις και σε συνεντεύξεις. Ο κίνδυνος και το πρόβλημα είναι να μην γίνει το εργαλείο πολιτικών σκοπιμοτήτων γιατί θα χάσει από την καλλιτεχνικοί του αύρα και μαγεία. Εάν συμμετέχει ενεργά στην πολιτική πρέπει να είναι εν γνώση ότι θα χάσει από το καλλιτεχνικό ακροατήριο του και το κοινωνικό και οικογενειακό του περιβάλλων.
Σπύρος Αμπατζόπουλος: Ποτέ δεν σιώπησα, αν και η σιωπή είναι επίσης ένας τρόπος συμμετοχής..

Πέμπτη 31 Ιουλίου 2014

Mια (ακόμη) ενδιαφέρουσα συζήτηση με τους Carte Postale

Τους Carte Postale του γνωρίσαμε το 2008. Το 2009 συμμετείχαν στην πρώτη μας συλλογή (Τhe indie side of music) με το Music Land. Λίγο αργότερα είχαμε την πρώτη κουβέντα μαζί τους και  πέντε χρόνια (και κάτι) μετά, και ενώ έχει κυκλοφορήσει το πρώτο τους άλμπουμ, μας έκαναν την τιμή να συμπεριλάβουμε το υπέρχο Mary στην συλλογή μας Τhe indie Side of Music Vol II. Οπότε έφτασε και η ώρα για την δεύτερη κουβέντα μαζί τους. Απολαύστε τους.

----------------------------------------------------------
Giusurum:Από το 2008 που γνωριστήκαμε μέσω myspace μέχρι και σήμερα τι έχει αλλάξει τι έχει παραμείνει το ίδιο?? 
Carte Postale: Εμείς ευχαριστούμε καταρχήν  για την πολύτιμη βοήθεια σας και στήριγμα όλο αυτό τον χρόνο. 

Από το 2008 που ξεκίνησαν οι Καρτ ποστάλ έχουν αλλάξει πολλά, η πιο βασική  αλλαγή είναι η παρουσία πέντε εξαιρετικών ανθρώπων και μουσικών που έχουν αλλάξει σε μεγάλο βαθμό τον ήχο και το ύφος των κομματίων.  

Οι άνθρωποι αυτοί είναι: Ο Γεράσιμος Ασπρομάλλης (Μπάσο),Κώστας Νικολόπουλος (ακκορντεον), Γίωργος Νικολόπουλος(τύμπανα),Ιάσονας Βάκρινος(τρομπέτα) και φυσικά η παρουσία της μόνιμης φωνής των Καρτ ποστάλ Δέσποινα Γκοτσοπούλου.

Giusurum: Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για ένα νεο μουσικό σχήμα να βρει δισκογραφική στέγη τη σήμερον ημέρα? 
Carte Postale: Η αλήθεια είναι πως οι δισκογραφικές εταιρίες λόγο του internet και της διακίνησης της μουσικής περνάει κρίση παγκοσμίως. Στην Ελλάδα  λόγο και της οικονομικής κρίσης η κατάσταση είναι αρκετά πιο δύσκολη για ένα εναλλακτικό Αγγλόφωνο συγκρότημα. Εμείς η αλήθεια είναι πως σταθήκαμε αρκετά τυχεροί και βρήκαμε άμεσα ‘’στέγη’’ στην ανεξάρτητη The sound of everything όπου μας αγκάλιασε.

Giusurum:  Υπήρξαν στιγμές που έιπες//είπατε τα παρατάμε??Και αν ναι πότε και γιατί?? 
Carte Postale: Δεν νομίζω πως κάτι που αγαπάς τόσο, μα τόσο πολύ μπορείς να το παρατήσεις έτσι εύκολα δεν γίνεται. Υπάρχουν κάποιες στιγμές που μπορεί να σε κουράσουν… αλλά είναι μόνο κάποιες στιγμές.

Giusurum:  τι ειναι αυτό που θυμάσαι εντονότερα από την στιγμή δημιουργίας των carte postale μέχρι τη στιγμή της κυκλοφορίας του άλμπουμ σας?? 
Carte Postale: Θυμάμαι-θυμόμαστε το εκπληκτικό συναίσθημα, του να έχουμε το πρώτο μας άλμπουμ τυπωμένο  στα χέρια μας. Είναι κάτι που το φανταζόμασταν από τα δεκαπέντε μας χρόνια και ευχαριστούμε όλους όσους βοήθησαν για αυτό.    

Giusurum: Τελικά τι γίνεται στην Πάτρα και προκύπτουν συνεχώς νέα σχήματα ?? 
Carte Postale:Νομίζω υπάρχει κληρονομία από άλλες μπάντες που έχουν αφήσει το στίγμα τους στην πόλη και μας έχουν επηρεάσει.

Giusurum: Πόσο επηρέασε την εκεί σκηνή η επιτυχία των raining pleasure?? 
Carte Postale: Η μουσική κληρονομία σε ένα μεγάλο βαθμό είναι άμεσα συνδεδεμένη με τους Raining Pleasure.Νομίζω πώς όλοι ενδόμυχα θα θέλαμε να τους ξεπεράσουμε, κάποτε… Κομματάκι δύσκολο η αλήθεια είναι.

Giusurum: Πόσο κοντά και πόσο μακριά είναι το music land (με το οποίο συμμετείχατε στην πρώτη μας συλλογή( και το mary (με το οποίο συμμετέχετε στην νέα μας συλλογή)?? 
Carte Postale:Οι διάφορες είναι μεγάλες αφού η συν-δημιουργία με άλλα 5 άτομα αλλάζει πάρα πολύ αυτό που ήταν με αυτό που είναι σήμερα οι Carte Postale.Το 2008 ήταν ένα self project βασισμένο σε κινηματογραφικά μοτίβα… Σήμερα είναι πολλά παραπάνω.  

Giusurum:Αν υποθετικά έπρεπε να παίξετε ένα μόνο κομμάτι σε ένα live ποιο θα ήταν αυτό και γιατί?? 
Carte Postale:Δύσκολη ερώτηση αγαπάμε τα τραγούδια μας και τα παλιά αλλά και τα καινούργια, θα διάλεγα νομίζω όμως το Rio μίας και από την πρώτη στιγμή που γράφτηκε πίστευα πως θα γινόταν ένα πολύ όμορφο τραγούδι και οι όσοι το άκουγαν θα τους άρεσε.

Giusurum:Σε μια κουβέντα-συνέντευξη που κάναμε το 2009 δηλώνατε ότι θα στέλνατε κομμάτι σας στη eurovision λέγοντας "..θα στέλναμε γιατί όχι, ένα πανηγύρι με πολλά φώτα είναι έτσι κι αλλιώς...". Εξακολουθεί και ισχύει το ναι?? 
Carte Postale:Νομίζω πως θα στέλναμε στην eurovision μέχρι το 1966 (ένα υπήρχε τότε) σήμερα θα μας θεωρούσαν την μουσική μας παλιομοδίτικη.  

Giusurum:Πως αισθανθήκατε όταν είδατε το άλμπουμ σας στις προθήκες των δισκοπωλείων?? 
Carte Postale:Εντάξει ήταν ένα πολύ όμορφα συναίσθημα σχεδόν ονειρικό και ένα επιστέγασμα της προσπάθειας που κάναμε όλοι από το 2008 μέχρι σήμερα.  

Giusurum:Τις κριτικές που αφορούν στο άλμπουμ σας τις διαβάζετε?? 
Carte Postale:Φυσικά και τις διαβάζουμε τις κρίνουμε και εμείς με την σειρά μας και συνεχίζουμε.

Giusurum:Τι μετράει περισσότερο μια καλή κριτική ή η αποδοχή του ακροατηρίου μετά από ένα live? 
Carte Postale:Μετράει 100% η αποδοχή του κόσμου. Δεν νομίζω πως γραφεί κανένας μουσική για μια καλή κριτική, μου ακούγεται πολύ μίζερο. Η μουσική φτιάχνεται για να την ακούει ο κόσμος για  να ταξιδεύει, να χορεύει, να σκεφτεί, να νοιώσει όμορφα… Δεν νομίζω πως κάποιος καλλιτέχνης έμεινε στην ιστορία απλά και μόνο επειδή γράφτηκε για αυτόν/αυτήν καλές κριτικές. Η μουσική είναι για όλους.  

Giusurum:Ετοιμάζετε κάτι καινούργιο ή θα περάσει λίγος καιρός μέχρι να ακούσουμε νέα κομμάτια σας?? 
Carte Postale:Μίας και μας αρέσει πολύ να παίζουμε όλοι μαζί και να φτιάχνουμε καινούργια κομμάτια είμαστε σε διαδίκασία δημιουργίας νέων κομμα΄τιων και όποιος έρθει σε κάποιο λάιβ μας θα μπορεί να τα ακούσει. Το πότε όμως θα έρθει η στιγμή για να ηχογραφήσουμε κάποιο νέο άλμπουμ δεν το γνωρίζω.  

Giusurum:To κλείσιμο δικό σας. Πείτε ότι θέλετε και όπως θέλετε. 
Carte Postale:Ευχαριστούμε όλους αυτούς που μας έχουν βοηθήσει μέχρι σήμερα να πραγματοποιήσουμε πολλά από τα όνειρα μας…


Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

Συζήτηση με τους The Next Step Quintet

Αλήθεια πως προλογίζεις μια συνέντευξη στον γραπτό λόγο?? Η συνήθης πρακτική λέει παραθέτεις βασικά στοιχεία για αυτόν/αυτούς που έχεις απέναντί σου και προχωράς. Στην περίπτωση των The Next Step Quintet οι συστάσεις έχουν ήδη γίνει (εδώ οι λεπτομέριες). Για αυτό  ας μπούμε κατευθείαν στο ψητό (ερωτήσεις-απαντήσεις) γιατί εκτός των άλλων οι απαντήσεις έχουν πραγματικό ενδιαφέρον.
 --------------------------------------------------------
GIUSURUM. Όταν μιλάμε για μια jazz μπαντα το μυαλό των περισσοτέρων (συνήθως) πάει σε μουσικούς μιας κάποιας ηλικίας και σε περιοχές εκτός Ελλάδας. Η δική σας ενασχόληση με την jazz πως προέκυψε?
The Next Step Quintet. Με την jazz, η βασική επαφή των περισσότερων απο μας έγινε στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Ο καθένας μας προερχόταν από διαφορετικό μουσικό χώρο. Έχετε δίκιο για την εντύπωση που έχουν οι περισσότεροι για τα jazz groups. Αυτό μάλλον συμβαίνει επειδή, μέχρι πριν λίγα χρόνια, αυτή η μουσική δεν υπήρχε ούτε στα σχολεία, ούτε στα ωδεία, ούτε  στα μαγαζιά (εκτός από λίγα) και φυσικά δεν υπήρχε και δεν είχε καμμία σχέση με το lifestyle που προβάλεται στα ΜΜΕ - και ευτυχώς ακόμα δεν έχει.    Έχει αρχίζει να αλλάζει όλο αυτό. Πολλοί μουσικοί, είτε από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο, είτε από σχολές του εξωτερικού ,είτε από καμμία σχολή! δημιουργούν συνεχώς καινούργια projects, έχουν αρχίσει και γίνονται μέρος της εκπαίδευσης και όλο αυτό σιγά σιγά οδηγεί στην επαφή όλο και μικρότερων ηλικιών με την jazz, τον αυτοσχεδιασμό και γενικότερα την δημιουργική μουσική.

GIUSURUM. Προέρχεστε οι περισσότεροι από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Ti είναι αυτό που γίνεται εκεί και μας χαρίζει τόσο όμορφα μουσικά πράγματα? 
The Next Step Quintet.  Αυτό που έγινε και γίνεται ακόμα, είναι ότι υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που δίνουν την ευκαιρία και τις γνώσεις σε κάποιους άλλους, νεότερους, οι οποίοι θέλουν να ψαξουν πέρα από κει που βλέπουν.Ο Δήμος Δημητριάδης είναι ο υπεύθυνος του προγράμματος της jazz στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Και έφτιαξε κάτι που δίνει την δυνατότητα σε όσους θέλουν, να κάνουν κάτι που μέχρι πριν κάποια χρόνια έπρεπε αν φύγουν στο εξωτερικό για να το κάνουν.

GIUSURUMΝext Step Quintet. To όνομα παραπέμπει στο (επόμενο) βήμα μετά τις σπουδές σας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο ή κάπου αλλού?
The Next Step Quintet. Το επόμενο βήμα μετά τις σπουδές, το επόμενο βήμα μετά τα χρόνια που περάσαμε στην Κέρκυρα ερχόμενοι στην Αθήνα, γενικά το επόμενο βήμα από μία σημαντική περίοδο της ζωής μας στην επόμενη. Και ήταν για όλους μας την ίδια στιγμή. Ευτυχώς μέχρι τώρα έχουν γίνει διάφορα "βήματα" και ελπίζουμε να γίνουν ακόμα περισσότερα.

GIUSURUM. Ο Γιώργος Κοντραφούρης, που υπήρξε και καθηγητής σας, σας έχει χαρακτηρίσει ως την «πιο hot μπάντα της πόλης αυτή τη στιγμή». Πως είναι να ακούει κανείς ΄τέτοιους χαρακτηρισμούς από τον μέντορά του?  
The Next Step Quintet. Ο Γιώργος Κοντραφούρης είναι ένας άνθρωπος στον οποίο χρωστάμε πολλά και εμείς αλλά και όλη η jazz σκηνή στην χώρα μας. Είναι πολύ σημαντικό να έχεις την ευκαιρία να ακούς και να μαθαίνεις από μουσικούς τέτοιου επιπέδου και να βλέπεις την αφοσίωση που έχουν τέτοιοι άνθρωποι σ'αυτό που κάνουν όσο δύσκολο κι αν είναι. Και μόνο που βλέπεις κάτι τέτοιο δίπλα σου γεμίζεις ενέργεια. Τώρα, αν βλέπεις ότι άνθρωποι σαν τον Γιώργο πιστεύουν σ'αυτό που κάνεις, το μόνο που έχεις να κάνεις είναι να συνεχίσεις.


GIUSURUM. Πρίν από λίγο καιρό το περιοδικό jazz&τζαζ ανακοίνωσε την αναστολή της έκδοσής του. Πόσο δύσκολο είναι στην εποχή μας να επιβιώσουν μουσικά και ιδιαίτερα τόσο ειδικευμένα περιοδικά?  
The Next Step Quintet. Νομίζουμε ότι αυτό είναι ένα γενικότερο φαινόμενο. Η  αναστολή του περιοδικού jazz&τζαζ είναι ένα από τα πολλά "συμπτώματα" αυτού που συμβαίνει. Το να υπάρχει τόσος "πλούτος" και να μην χρησιμοποιείται είναι το βασικό φαινόμενο όσων συμβαίνουν γύρω μας τα τελευταία χρόνια. Ανήκει και αυτό στην κατηγοριοποίηση στης μουσικής -όπως και όλων των μορφών τέχνης- στα είδη πολυτελείας. Να 'ναι καλά η τηλεόραση και τα περιοδικά με μαγειρικές και τις "νέες τάσεις της μόδας" -και΄δώρο πετσέτα θαλάσσης. Και το ραδιόφωνο φυσικά. Πως να επιβιώσει ένα περιοδικό που ασχολείτε με κάτι το οποίο για να το δεις πρέπει 1ον να έχεις ελεύθερο χρόνο, 2ον να έχεις χρήματα -αν και αυτό πλέον δεν αποτελεί δικαιολογία,μιας και μπορεί κάποιος να δει απίστευτα πράγματα δίπλα του-  και 3ον να σηκωθείς από τον καναπέ σου. Ας ελπίσουμε ότι και το jazz&τζαζ, αλλά και άλλοι φορείς που στηρίζανε και προωθούσανε όλη αυτή την προσπάθεια -για παράδειγμα ΕΡΤ- θα σταματήσουν να ανήκουν στα "είδη πολυτελείας"..

GIUSURUM. Πείτε μας τα 5 αγαπημένα σας μουσικά album ανεξαρτήτου μουσικού ύφους και στυλ.   
The Next Step Quintet Είναι κάπως δύσκολο να απαντηθεί αυτή η ερώτηση.Είμαστε 5 και οι δίσκοι που επιρρέασαν τον καθένα μας είναι πολλοί και αρκετά διαφορετικοί μεταξύ τους. Ενδεικτικά θα μπορούσαμε να αναφέρουμε κάποιους δίσκους που μας επιρρέασαν όλους:  
1)The remedy (Kurt Rosenwinkel) 
2)Kind of Blue (Miles Davis) 
3) Love supreme (John Coltrane) 
4)Ok computer (Radiohead) 
5)Invisible cinema (Aaron Parks)

GIUSURUM. Modern jazz, cool jazz, bepop κ.α. Η μουσική έχει ανάγκες από τεμπέλες και διαχωρισμούς?
The Next Step Quintet. Νομίζουμε ότι πλέον δεν γίνεται τόσο έντονα αυτό. Κυρίως επειδή η ανάγκες της εποχής που ζούμε είναι διαφορετικές. Όλες αυτές οι ταμπέλες υπάρχουν για να κατηγοριοποιούμε αυτά που έχουν γίνει ήδη. Πως μπορείς όμως να ονομάσεις κάτι που γίνεται τώρα? Χρησιμοποιούμε τον όρο "modern" αλλά και πριν πολλές δεκαετίες χρησιμοποιούσαν τον ίδιο όρο για κάτι πολύ διαφορετικό.  Είναι σημαντικότερο το να βρεις την "φωνή" σου παρά να είσαι ένας μουσικός που παίζει καλά ένα στυλ - βέβαια,  όχι μόνο το ένα δεν αναιρεί το άλλο, αλλά είναι δύσκολο να βρεις τον  προσωπικό σου ήχο αν δεν μάθεις καλά μια παράδοση, όποια και να είναι αυτή. Και είναι τόσο πολλά αυτά που συμβαίνουν γύρω μας που δεν γίνεται να είσαι μονοδιάστατος.

GIUSURUM. Τελικά υπάρχει jazz σκηνή στην Ελλάδα? Και αν ναι μήπως αυτή αποτελεί κλειστό club για λίγους και μυημένους?  
The Next Step Quintet. Εφ'οσον κουβεντιάζουμε για όλο αυτό μάλλον υπάρχει! Τώρα αν μιλάμε για λίγους και μυημένους πρέπει να ορίσουμε τι σημαίνει "λίγους" και τι "μυημένους". 
Λίγους εννοούμε ότι δεν είναι αρκετοί για να στηρίξουν μια σκηνή στην οποία οι περισσότεροι μουσικοί έχουν πολλούς δίσκους στα συρτάρια τους και δεν μπορούν να τους ηχογραφήσουν; Ναι, τότε μάλλον είναι λίγος ο κόσμος. Εκτός αν το δούμε αλλιώς..Εκτός αν δούμε ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι έρχονται στα live και όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι ασχολούνται μ'αυτό παίζοντας ή ακούγοντας. Τότε είναι πολλοί. 
Και "μυημένοι"; Ποιοι είναι; Αυτοί που έχουν ακούσει όλη την δισκογραφία της jazz; Ή εννοούμε τους μουσικούς που ασχολούνται μ'αυτό; Γιατί από την άλλη, "μυημένος" μπορεί να θεωρηθεί απλά αυτός που πηγαίνει να ακούσει καλή μουσική. Αυτός που πηγαίνει να δει τι γίνεται σε ένα jazz live ακόμα και πέρα από το παίξιμο. 
Το ότι η jazz είναι δύσκολη μουσική το ακούμε συνέχεια. Δύσκολη? Δεν νομίζουμε ότι είναι πολλοί αυτοί που δυσκολεύονται να ακούσουν ένα δίσκο της Billie Holiday ή του Brad Mehldau. Άρα τι εννοούμε δύσκολη? Η καλή μουσική είναι καλή μουσική.

GIUSURUM. Πολύς λόγος γίνεται για την σχέση της jazz (και των blues) με την  ελληνκή μουσική. Ποιά η γνώμη σας?  
The Next Step Quintet. Όλα τα είδη μουσικής έχουν μια σχέση μεταξύ τους. Έχουν ένα κοινό.Την μουσική! Αυτή είναι μία. Όπως και η γλώσσα. Λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο και για τους ίδιους λόγους. Αυτό που αλλάζει είναι η χρήση των "συλλαβών" -και αυτό σε πολλές περιπτώσεις όχι σε μεγάλο βαθμό. Έχουμε την τύχη να είμαστε ένας τόπος που περιτριγυρίζεται -και γεωγραφικά- από διάφορες παραδόσεις. Αυτό έχει επιρρεάσει πολλούς Έλληνες μουσικούς σε μεγάλο βαθμό και αποδεικνύει αυτή τη σχέση.

GIUSURUM. Ποιός/ποιοί κατά την γνώμη σας τα ονόματα αναφορές της ελληνικής jazz?  
The Next Step Quintet. Υπάρχει ο κίνδυνος να ξεχάσουμε να αναφέρουμε αρκετούς..Είναι πολλοί-παλιότεροι αλλά και νέοι με τους οποίους έχουμε την τύχη να συνεργαζόμαστε κατά καιρούς- αλλά και κάποιοι που δυστυχώς δεν τους πρόλαβε η γενιά μας.Και πάλι ενδεικτικά -και σε τυχαία σειρά- θα λέγαμε κάποιους από τους ανθρώπους που είτε μας επιρρέασαν άμεσα είτε είδαμε τα αποτελέσματα τις επιρροής τους στην σκηνή:  

Γιώργος Κοντραφούρης, Τάκης Πατερέλης, Γιώτης Σαμαράς,Μάρκος Αλεξίου, Δήμος Δημητριάδης, Δημήτρης Καλατζής, Βασίλης Ρακόπουλος, Δημήτρης Τσάκας, Αντώνης Ανδρέου, Μάκης Στεφανίδης, Γιάννης Λουκάτος, Σπύρος Παναγιωτόπουλος, Sami Amiris, Γιώτης Κιουρτσόγλου, Στάυρος Λαντσιας, David Lynch, Γιώργος Γεωργιάδης, Γιώργος Φακανάς, Περικλής Τριβόλης, Αλέξανδρος Δράκος Κτιστάκης, Γιώργος Τρανταλίδης και πολλοί άλλοι που θα χρειαστεί πολλές γραμμές για να τους αναφέρουμε όλους.  
Το σημαντικό είναι ότι υπάρχουν και πάρα πολλοί μουσικοί της γενιάς μας από τους οποίους επιρρεαζόμαστε και είναι σίγουρα ονόματα-αναφορές για την σκηνή.

GIUSURUM. Τα επόμενα βήματά σας? Κάποια νέα κυκλοφορία, Live??  
The Next Step Quintet. Έχουμε έτοιμο υλικό για τον δεύτερο δίσκο μας -μέχρι να τον ηχογραφήσουμε μάλλον θα έχουμε και για τον τρίτο!- αλλά προς το παρόν δεν είναι εφικτό να μπούμε στο στούντιο. Για το καλοκαίρι  περιμένουμε να κλείσουν κάποιες εμφανίσεις οι οποίες θα κοινοποιηθούν και στην σελίδα μας στο facebook όταν επιβεβαιωθούν.

GIUSURUM. Και για το τέλος πείτε μας και κάτι εκτός ερωτήσεων δικών μας. Κάτι που θα θέλατε να πείτε αλλά δεν έχει τύχει να σας ρωτήσουν,  
The Next Step Quintet, Αυτό που μας κάνει ιδιαίτερα χαρούμενους είναι η σχέση που έχουμε με όλους τους μουσικούς αλλά και με τους ανθρώπους που παρακολουθούν αυτό που κάνουμε. Ακόμα και με μουσικούς που δεν έτυχε να συνεργαστούμε, ακόμα και με ανθρώπους που γνωριζόμαστε ελάχιστα. Αυτός είναι ένας από τους μεγαλύτερους λόγους που μένει ακόμα ζωντανό αυτό που κάνουμε. Η σχέση μεταξύ μας, ο σεβασμός και η αγάπη για τη μουσική. Όλο αυτό μάλλον γίνεται γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι στο χώρο μας είναι άνθρωποι με ήθος.  Ελπίζουμε να το δούμε όλο αυτό να μεγαλώνει!