Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αναδημοσίευση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα αναδημοσίευση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

Η ομάδα αίματος των καθαρόαιμων Ελλήνων - ¨Άρθρο του Βασίλη Ραφαηλίδη από το μακρινό 1987

 
Στο παρακάτω άρθρο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Έθνος" το μακρινό 1987, ο διανοητής Βασίλης Ραφαηλίδης αναλύει τις έννοιες του έθνους, του κράτους και του ρατσισμού στην Ελλάδα.

Του Βασίλη Ραφαηλίδη


ΟΛΕΣ οι συγχύσεις στην Ελλάδα ξεκινούν από την αδυναμία μας να ξεχωρίσουμε τις έννοιες «έθνος» και «κράτος», που σε καμία περίπτωση δεν είναι συνώνυμα. Η λέξη έθνος είναι σανσκριτικής καταγωγής και, στην κυριολεξία, σημαίνει «ομαιμοσύνη», δηλαδή ομοιότητα του αίματος των ανθρώπων που ανήκουν στην ίδια φυλετική ομάδα.

Είναι φανερό, όμως, πως για να διατηρήσει» την «καθαρότητα» του αίματός της μια φυλή, και συνεπώς να λειτουργήσει σαν μια ευρεία οικογένεια, όπου όλα τα μέλη της θα είναι στενοί ή μακρινοί συγγενείς, πρέπει αυτή η φυλή να είναι καταρχήν ενδογαμική, δηλαδή τα μέλη της να παντρεύονται μεταξύ τους και οι επιμειξίες με αλλόφυλους να απαγορεύονται αυστηρά. Αλλά κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί μόνο σε πολύ κλειστές και πολύ πρωτόγονες κοινωνίες.

Σήμερα, πουθενά στον κόσμο δεν υπάρχουν «καθαρές» εθνότητες, διότι δεν υπάρχουν κλειστές κοινωνίες. ΕΙΝΑΙ αυτονόητο, πως κανείς νομοθέτης εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια δε θα μπορούσε να διαφυλάξει την «καθαρότητα» του αίματος μιας φυλής. Άλλωστε, οι άνθρωποι δεν είναι άλογα ράτσας, ταγμένα στις ιπποδρομίες, ώστε να φροντίζουμε για την καθαρότητα του αίματός τους.

Και ωστόσο, δεν έλειψαν ποτέ οι μικρόνοες που αντιμετωπίζουν τον άνθρωπο σαν ζώο, περιορισμένο σ’ ένα οιονεί αναπαρα­γωγικό ιπποφορβείο. Και ο ρατσισμός είναι αυτό ακριβώς: Μια μεταφυσική και αυτόχρημα παρανοϊκή πίστη στην «καθαρότητα του αίματος της φυλής» -μια καθαρότητα που εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια ανήκει στην περιοχή του μύθου.
Αυτή η ολοφάνερα ανόητη πίστη, η τόσο διαδεδομένη ωστόσο, μας κάνει να νομίζουμε πως ο «χόμο σάπιενς» έχει να διανύσει πολύ δρόμο ακόμα, προκειμένου να γίνει όντως σοφός. Και εν πάση περιπτώσει, απ’ τον «χόμο. σάπιενς» πρέπει να αποκλειστούν εξαρχής οι ρατσιστές, που εδώ σε μας πήραν το ψευδώνυμο «εθνικόφρονες».

Που σημαίνει «άνθρωποι που φρονούν – σκέφτονται – εθνικά». Αλλά για να σκέφτεσαι εθνικά πρέπει να σκέφτεσαι… αιματολογικά. Δηλαδή, πρέπει να πιστεύεις πως το αίμα σου έχει μια ειδική ποιότητα, οπωσδήποτε καλύτερη απ” την ποιότητα οποιουδήποτε άλλου που ανήκει σε άλλη… ομάδα (εθνικού) αίματος.

Ο ρατσισμός, λοιπόν, είναι φασισμός. Και ο φασισμός είναι πρωτογονισμός, ακριβώς γιατί είναι ρατσισμός. Για ράτσες μιλούν σήμερα μόνο οι ζωολόγοι, οι κτηνίατροι και οι κρετίνοι. Κάθε «εθνικόφρων» λοιπόν κρύβει μέσα του ένα φασίστα.

Φυσικά, δεν είναι καθόλου τυχαίο που τα φασιστικά καθεστώτα στηρίχτηκαν στους «εθνικόφρονες». Ούτε είναι τυχαίο ακόμα, που η εθνικοφροσύνη έχει την τάση να πυκνώνει όσο προχωρούμε προς τα δεξιά του πολιτικού φάσματος. Από δω και η λογικότατη άποψη, πως η κουταμάρα πολώνεται προς τα δεξιά – χωρίς, δυστυχώς, να είναι αποκλειστικό της προνόμιο.

Διότι υπάρχει και μια… αριστερή κουταμάρα. Αλλά τουλάχιστον αυτή δεν έχει την… αιματολο­γική καθαρότητα της δεξιάς κουταμάρας, που είναι πολύ πιο εκνευριστική και, φυσικά, πολύ πιο επικίνδυνη.

Ανάμεσα σε δύο ηλίθιους θα διάλεγα τον αριστερό ηλίθιο απ΄τον οποίο κινδυνεύω λιγότερο, παρότι η ηλιθιότητα καθαυτή είναι έτσι κι αλλιώς επικίνδυνη. Και για να μη δημιουργηθούν παρανοήσεις, πρέπει να τονίσουμε πως η ηλιθιότητα είναι ιδιότητα υπαρξιακή και υπερκομματική. Κι αλίμονο στον έξυπνο αριστερό που θα συγκρουστεί με βλάκα αριστερό. Είναι από χέρι χαμένος, γιατί η βλακεία έχει τη δύναμη να μετακινεί όρη, όπως ακριβώς και η πίστη.

ΤΟ ΕΘΝΟΣ, λοιπόν, είναι ένας αρχαϊσμός και ένας αταβισμός. Επιβιώνει ως έννοια για να δημιουργεί στα απλοϊκά μυαλά την ψευδαίσθηση της συνοχής και της συνέχειας μιας μικρής ή μεγάλης ομάδας ανθρώπων, που συνεχίζουν να πιστεύουν, γιατί έτσι θέλουν, πως ανήκουν σε μια πολύ μεγάλη οικογένεια με κοινό γε­νάρχη.

Κάποτε, ωστόσο, η έννοια της εθνότητας έπαιζε έναν πολύ σοβαρό ρόλο. Πράγματι, η οργάνωση της ανθρώπινης κοινωνίας άρχισε με τη συσσωμάτωση των ατόμων σε ομάδες ευρύτερες της μικρής, τυπικής οικογένειας, οι οποίες αποτελούν μια ευρεία, αιματοσυγγενική οικογένεια. Τούτες οι ομάδες ανέπτυξαν έναν κοινό πολιτισμό στη βάση μιας κοινής γλώσσας.

Με τους αιώνες, η αιματοσυγγένεια, με τις συνεχείς επιμειξίες, έπαιζε ολοένα και μικρότερο ρόλο, ενώ αντίθετα τα πολιτιστικά δεδομένα, που είχαν αρχίσει να εμφανίζονται στο στάδιο της αιματοσυγγένειας, διατηρήθηκαν και αναπτύχθηκαν, για να αποτελέσουν στη συνέχεια, αυτά και μόνο, τα ειδικά χαρακτηριστικά μιας εθνότητας.

Μ' άλλα λόγια, η έννοια της εθνότητας υπάρχει και σήμερα, αλλά είναι καθαρά και αποκλειστικά πολιτιστική. Συνεπώς, μέλη μιας συγκεκριμένης εθνότητας είναι άνθρωποι που έχουν ένα συγκεκριμένο κοινό πολιτισμό, που διαφέρει απ' τον πολιτισμό μιας άλλης εθνότητας. Όμως, με την όσμωση ανάμεσα στους λαούς που επέφερε η βελτίωση και στις μέρες μας η καλπαστική ανάπτυξη των επικοινωνιών και των συγκοινωνιών, οι πολιτιστικές ιδιαιτερότητες άρχισαν να ατονούν και να τείνουν προς μια ισοπέδωση, που κανένα διοικητικό μέτρο δε θα ήταν δυνατό να την ανακόψει.

Για να περιοριστούμε στον κινηματογράφο και μόνο, σήμερα γνωρίζουμε τόσο καλά τα αμερικανικά ήθη εξαιτίας της πληθώρας των αμερικάνικων ταινιών που έχουμε δει, όσο δε γνωρίζουμε τα εγχώρια ήθη. Ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός είναι μια πραγματικότητα. Αλλά προσωπικά δε βρίσκω τίποτα το μεμπτό σ' αυτή τη μορφή ιμπεριαλισμού, που ωστόσο ακολουθεί, όπως η ουρά το κεφάλι, τον κυρίως ειπείν ιμπεριαλισμό (τον οικονομικό).

Εφόσον, δηλαδή, η Αμερική κυριαρχεί οικονομικά στο Δυτικό κόσμο, είναι φυσικό να κυριαρχεί και πολιτιστικά. Και δεν υπάρχει κανένας τρόπος να αναχαιτιστεί η πολιτιστική της κυριαρχία, αν προηγουμένως δεν αναχαιτιστεί η οικονομική. Τον πολιτισμό τον δημιουργούν πάντα οι οικονομικά ισχυρότεροι. Κι αυτό που λέγεται «λαϊκός πολιτισμός» αναφέρεται μόνο και αποκλειστικά σε κλειστές κοινωνικές ομάδες, κυρίως αγροτικές

Αλλά τούτη η κλειστότητα, το ξέρουμε καλά, είναι εντελώς αδύνατη σήμερα. Και μόνο η τηλεόραση είναι επαρκής παράγων για να εισβάλει ο ένας πολιτισμός μέσα στον άλλο και να δημιουργηθεί ένα αξεδιάλυτο πολιτιστικό μπέρδεμα, που στη μεταβατική περίοδο που περνάμε σήμερα μπορεί να μας ενοχλεί, αλλά τους ανθρώπους του 21ου αιώνα είναι βέβαιο πως δε θα τους ενοχλεί καθόλου.

Οι πολιτισμοί, άλλωστε, δεν είναι για να φυλακίζονται στα μουσεία, αλλά για να κυκλοφορούν, να ενοποιούνται και να δημιουργούν τη χωρίς σύνορα πανανθρώπινη κοινωνία. Το τι είδους κοινωνικό καθεστώς θα έχει αυτή η υπερεθνική κοινωνία του άμεσου μέλλοντος είναι ένα άλλο ζήτημα, που ξεπερνάει τα όρια αρμοδιότητας της επιστήμης της Εθνολογίας και μετατίθεται στην περιοχή της αρμοδιότητας των επιστημών της Κοινωνιολογίας και της Πολιτικής Οικονομίας.

ΛΟΙΠΟΝ, κάτω από συνθήκες αυξανόμενης πολιτιστικής όσμωσης, το να μιλάει κανείς για «εθνική καθα­ρότητα» ακόμα και με την ελαστική πολιτιστική έννοια είναι τόσο αστείο, όσο περίπου και το να μιλάει για «εθνική καθαρότητα» με την πανάρχαια αιματολογική έννοια. Διότι, δε σμίγουν μόνο τα αίματα, αλλά και τα ήθη, και τα έθιμα, και οι νόμοι, και οι θεσμοί και οι ιδέες.

Σήμερα, το πεδίο δράσεως, τόσο της οικονομίας όσο και των ιδεών είναι η υδρόγειος σφαίρα. Μια μέρα, τα εθνικά σύνορα θα καταρρεύσουν οπωσδήποτε, και μάλιστα χωρίς να το επιδιώξει κανείς συνειδητά. Η ανθρώπινη κοινωνία, από τότε που εμφανίστηκε, βαδίζει συνεχώς και αδιάλειπτα προς την ενοποίηση. Που δε θα ολοκληρωθεί, αν όλοι οι άνθρωποι ολόκληρης της Γης δεν αισθανθούν πως ανήκουν στην ίδια εθνότητα, δηλαδή την κοινότητα όλων των ανθρώπων, ολόκληρης της Γης.

Πρόκειται για ένα ιδανικό κοινό και στο χριστιανισμό και στο μαρξισμό και στον καπιταλισμό. Μόνο που ο καθένας τους αντιλαμβάνεται τούτη την ενότητα στη βάση μιας διαφορετικής ιδεολογίας και κοσμοθεωρίας. Και, βέβαια, αυτή η ενότητα δε θα είναι ούτε πλήρης ούτε σταθερή αν δε συντελεστεί στη βάση της οικονομικής ενότητας, που είναι η αναγκαία προϋπόθεση για κάθε άλλης μορφής ενότητα.

Ακόμα και στην πατρική οικογένεια δεν είναι δυνατό να υπάρξει ενότητα αν τη συνοχή της τη διαβρώνουν παράγοντες οικονομικής τάξεως. Ο μαρξισμός δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια εμφατική επισήμανση της πρωταρχικότητας του οικονομικού παράγοντα στα πάντα. Και είναι κωμικό να τον αμφισβητούν άνθρωποι που ολόκληρη τη ζωή τους τη δομούν γύρω από ένα χρηματοκιβώτιο, και και μια φορά γύρω από μια και μοναδική λίρα ή από έναν κηπάκο ευτελούς αξίας.

Αν το έθνος είναι μια έννοια που ανήκει πλέον στην αρχαιολογία της σκέψης, πράγμα που δημιουργεί την ανάγκη της επικάλυψης της απ' την πάντα δρώσα επικαιρότητα του συναισθήματος (μόνο το συναίσθημα θα δικαιολογούσε την προσκόλλησή μας στην έννοια της εθνότητας, που κατάντησε έννοια περίπου… ερωτική), η έννοια του κράτους, αντίθετα, είναι πάντα επίκαιρη και πάντα δρώσα.
Το κράτος σε καμιά περίπτωση δεν είναι συνώνυμο του έθνους. Όπως ήδη αντιληφθήκαμε, το έθνος είναι έννοια εξαιρετικά πλατιά – τόσο πλατιά που να ξεχειλώνει από παντού και κανείς να μην μπορεί να τη συμμαζέψει. Άλλωστε, κανείς μελετητής δεν κατάφερε να δώσει έναν σαφή ορισμό της έννοιας «έθνος».

Πώς θα ήταν δυνατό να οριστούν με σαφήνεια τα συναισθήματα; Η έκφραση, για παράδειγμα, «αγαπώ την Ελλάδα» (νοούμενη ως έθνος) δεν έχει μεγαλύτερη αξία από την έκφραση «αγαπώ τη Μαρία». Και οι δύο εκφράσεις είναι το ίδιο δυσπερίγραπτες λο­γικά, γιατί είναι το ίδιο συναισθηματικές.

Και επειδή κάτι πρέπει ν' αγαπάει κανείς σε τούτο τον κόσμο, όταν δεν είναι σε θέση να αγαπήσει τις γυναίκες (και οι γυναίκες τους άντρες) καταλήγει τελικά ν' αγαπήσει μέχρι παραφροσύνης… τη σημαία, το στέμμα και άλλα τέτοια φετίχ, αποδεικνυόμενος γνήσιος ειδωλολάτρης. Παρά ταύτα, έχει την αξίωση να τον αντιμετωπίζουμε ως πολιτισμένο άνθρωπο. Ε, όχι. Πάει πολύ. Είναι τόσο βάρβαρος, όσο και ο Αφρικανός αν­θρωποφάγος.

Γιατί, αν δεν ήταν ανθρωποφάγος δε θα επιθυμούσε να «φάει τον εχθρό», ή να τον «πετάξει στη θάλασσα» (δηλαδή να τον πνίξει σαν γατί) ή να του «πιει το αίμα» σαν βρικόλακας. Ας το καταλάβουμε καλά: Ο εθνικισμός είναι πρωτογονισμός και βαρβαρότητα, κυρίως όταν ο «εθνικόφρων» είναι τόσο βλαξ, που να μην μπορεί να καταλάβει πως πίσω απ' αυτό τον πρωτόγονο συναισθηματισμό κρύβονται τα πεζά σχέδια τον οικονομικά ισχυρών.

Η ομηρική λέξη κράτος, λοιπόν, σημαίνει στην κυριολεξία ισχύς, δύναμη, εξουσία, βία, κυριαρχία. (Η λέξη παράγεται απ» το ρήμα κρατώ που σημαίνει είμαι ισχυρός, είμαι δυνατός, είναι κυρίαρχος.) Αν το έθνος είναι έννοια συναισθηματική, που έγινε τέτοια από εκπεσμό του αρχικού φυλετικού και στη συνέχεια του πολιτιστικού της περιεχομένου, το κράτος είναι έννοια λογική μέχρι παραλογισμού.

Τίποτε δεν είναι πιο υπαρκτό, πιο βασανιστικό και πιο καταπιεστικό απ' το σύγχρονο κράτος, σ' όλες του τις μορφές. Σε τελική ανάλυση, κράτος είναι οι νόμοι του κράτους, οι χωροφύλακες του κράτους, οι δεσμοφύλακες του κράτους. Και οι… παπάδες του κράτους, στην περίπτωση που οι παπάδες πλην της πνευματικής θέλουν να ασκούν και κοσμική εξουσία, καλή ώρα σαν τους δικούς μας δεσποτάδες, που ολοένα και περισσότερο απομακρύνονται απ' τό πνεύμα και ολοένα και περισσότερο πλησιάζουν το… οινόπνευμα. (Το καλό κρασί θέλει και καλό φαΐ, λέει ο λαός.)

Παρόλο που το κράτος στηρίζεται συναισθηματικά στο έθνος, στις περιπτώσεις εκείνες που, όπως εδώ, δεν μπορεί να στηριχτεί σ' αυτό ούτε φυλετικά ούτε πολιτιστικά, αδιαφορεί πλήρως για το έθνος. Και μη μου πείτε πως οι υδροκέφαλοι «κρατικοί λειτουργοί» εδώ στην Ελλάδα των Ελλήνων κομπιναδόρων πιστεύουν έστω και μια λέξη απ' αυτά, που λένε στους εκφωνούμενους κατά τις εθνικές επετείους λόγους.

Πρόκειται, απλώς, για λόγια παχιά που απευθύνονται σε εγκέφαλους αδύνατους. Και καμιά φορά, πρόκειται για λόγια παχιά που κυοφορούνται σε εγκέφαλους αδύνατους και απευθύνονται σε εγκέφαλους το ίδιο αδύνατους. (Είναι η περίπτωση των «εθνικών» άλογων λόγων του Γ. Παπαδόπουλου και των περί αυτόν κρετίνων.).

ΚΑΠΟΥ, λοιπόν, τα πράγματα έχουν μπλέξει επικίνδυνα. Τόσο που εδώ στην Ελλάδα να μην ξέρουμε πια που σταματάει το κράτος και που αρχίζει το έθνος – και αντίστροφα. Έτσι, τα κρατικά τα βαφτίζουμε εθνικά, ενώ τα εθνικά δεν είναι παρά κρατικά. Κουλουβά­χατα, κατά το δη λεγόμενο. Μ' άλλα λόγια, ακόμα δεν καταλάβαμε πως Έλληνας, έτσι πεζά, είναι ο καθένας που έχει την ελληνική υπηκοότητα, που υπακούει, δηλαδή, στους νόμους του ελληνικού κράτους, άσχετα απ' τη φυλετική του προέλευση.

Εν τούτοις θέλουμε τους Έλληνες να υπακού­ουν και στους «νόμους του αίματος», ως γνήσιοι Αφρικανοί. Και παρά ταύτα δε μας πετούν με τις κλωτσιές απ' την ΕΟΚ, κι απ' όπου αλλού υπάρχουν πολιτισμένοι άνθρωποι.

Ο Γεράσιμος Κακλαμάνης στο επίμοχθο και σχολαστικά τεκμηριωμένο έργο του «Επί της δομής του Νεοελληνικού Κράτους» (έκδοση του συγγραφέα) λέει: «Η συνεπής επιδίωξη της θρησκευτικής κλειστότητας στην τουρκοκρατία, ενώ διατήρησε την εθνική συνείδηση μεγάλων τμημάτων του ανά την Μικρά Ασία ελληνισμού, επί των Βαλκανίων επέφερε ένα αξεδιάλυτο συνειδησιακό μείγμα μεταξύ Ελλήνων, Σλάβων, Βλάχων, Αλβανών», κλπ.

Και συνεχίζει: «Η κατάσταση του νεοελληνικού εθνισμού των πρώτων επαναστατικών χρόνων ήταν η συνειδησιακή πολλαπλότητα διαφόρων τμημάτων του ελληνισμού και συνεπώς η μη ύπαρξη συγκεκριμένης ιδεολογίας». Και διερωτάται ευλόγως: «Ποια εξωτερική πολιτική μπορεί να έχει μια χώρα μειονοτήτων;». Και διευκρινίζει αλλού: «Οι πολιτικοί δε δημιουργούν Ιστορία. Απλώς την υπηρετούν».

Εδώ όμως, ούτε ο λαός δημιουργεί ενσυνείδητα Ιστορία. Διότι υπηρετεί τους πολιτικούς και όχι τον εαυτό του. Και η νεοελληνική Ιστορία δεν υπακούει σε καμιά πρόθεση. Απλώς, αναφύεται τυχαία και αναγκαία, όπως το χορταράκι στους αγρούς. Η νεοελληνική Ιστορία είναι… αγροτική ιστορία στην πιο απόλυτη κυριολεξία.

Τρίτη 12 Μαρτίου 2013

(αναδημοσίευση) Δραματική επιστολή διευθύντριας σχολείου για τον υποσιτισμό των μαθητών


(αναδημοσίευση από topontiki.gr)

Η Αικατερίνη Νικολαΐδου, διευθύντρια του Δ.Σ. Γόμφων Τρικάλων, αναφέρεται σε υποσιτισμένους μαθητές σχολείων της περιοχής και απευθύνει έκκληση για δράση, πριν θρηνήσουμε θύματα από την πείνα!...

Μέσα από μια δραματική επιστολή προς όλους τους συναδέλφους της εκπαιδευτικούς, φέρνοντας συγκεκριμένα παραδείγματα μικρών παιδιών που καταρρέουν μέσα στις σχολικές αίθουσες, η Αικατερίνη Νικολαΐδου προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει την ίδια την κοινωνία. Μιλά για «…τη  θέα  ενός  σκελετωμένου  μικρού  παιδιού, ηλικίας  6  χρόνων, που  μετά  από  απουσία  πολλών  ημερών  εμφανίστηκε  στο  Νηπιαγωγείο  σε  άθλια  κατάσταση. Αδυνατισμένο, καχεκτικό,  με  τρέμουλο  σε  όλο  του  το  σώμα.

Οι  γονείς  αυτού  του  μικρού  παιδιού  είναι  άνεργοι. Ζουν  σε  μια  τρώγλη. Τους  λείπει  ακόμη  και  το  ψωμί. Κυριολεκτικά  πεινούν. Το  διαπίστωσα  και  η  ίδια  μετά  από  επίσκεψη  στο  σπίτι  τους. Όμως  δεν  είναι  μόνο  αυτό  το  παιδί  που  υποσιτίζεται»!... Ζητά άμεσα την παρέμβαση του Συλλόγου Δασκάλων και Νηπιαγωγών και την ενεργοποίηση όλων των φορέων της περιοχής. Αναλυτικά η επιστολή, την οποία αξίζει να διαβάσει κανείς ολόκληρη:

«Συνάδελφοι – Συναδέλφισσες

Η οικονομική  πτώχευση  και  η κρίση  της  πατρίδας  μας,  έχει  χτυπήσει  εδώ  και  καιρό  τις  πόρτες  όλων  μας  και  έχει  μπει  μέσα  στη  ζωή   μας  άγρια,  αδυσώπητη,  στιβαρή,  απάνθρωπη.

Οι  κυβερνώντες  μας  βλέπουν  ως  αριθμούς. Ως  πηγή  εσόδων μονάχα. Η αξιοπρέπεια , η δικαιοσύνη, η  ισότητα, είναι  ανύπαρκτες  στο  μυαλό  και  στις  πράξεις  τους.

Επενδύουν  μονάχα  εκεί  απ΄ όπου  μπορούν  να  απορροφήσουν  έσοδα  και  κέρδη. Εκεί  όπου  τα  αποτελέσματα  είναι  μετρήσιμα.

Γι΄ αυτούς  λοιπόν,  η  εκπαίδευση  δεν  μετρά. Τα  αποτελέσματά  της  είναι  ποιοτικά. Δεν  είναι  ποσοτικά. Η  εκπαίδευση  δεν  είναι  στους  στόχους  τους. Εδώ  και  χρόνια  οι  μισθοί  μας  μειώνονται  συνεχώς. Είμαστε  η «εύκολη  λεία» του  φοροεισπρακτικού  κράτους  μας. Από  την  άλλη  γίνεται  συστηματική  απαξίωση  του  έργου  μας. Ζητούν  την  αξιολόγησή  μας. Αδιαφορούν  για  τα  σχολεία  που  κρυώνουν. Για  τους  μισθούς  πείνας. Για  τη  συνεχή  επιμόρφωσή  μας. Για  την  ανυπαρξία  ικανού  κοινωνικού  δικτύου  που  θα  βοηθά  στο  δύσκολο  έργο  μας( ψυχολόγους,  κοινωνικούς  λειτουργούς, λογοθεραπευτές  κ.λπ.).

Ναι,  γνωρίζω   πόσο  δύσκολα  τα  βγάζουμε  πέρα  με  τις  οικογενειακές  μας  υποχρεώσεις. Με  την  πληρωμή  των  φόρων.

Εδώ  και  λίγες  μέρες  όμως  ενημερώθηκα  από  φίλη  Νηπιαγωγό  για  το  οικογενειακό  δράμα  που  παίχτηκε  και  παίζεται  στην  τάξη  της,  τη  θέα  ενός  σκελετωμένου  μικρού  παιδιού, ηλικίας  6  χρόνων, που  μετά  από  απουσία  πολλών  ημερών  εμφανίστηκε  στο  Νηπιαγωγείο  σε  άθλια  κατάσταση. Αδυνατισμένο, καχεκτικό,  με  τρέμουλο  σε  όλο  του  το  σώμα.

Οι  γονείς  αυτού  του  μικρού  παιδιού  είναι  άνεργοι. Ζουν  σε  μια  τρώγλη. Τους  λείπει  ακόμη  και  το  ψωμί. Κυριολεκτικά  πεινούν. Το  διαπίστωσα  και  η  ίδια  μετά  από  επίσκεψη  στο  σπίτι  τους. Όμως  δεν  είναι  μόνο  αυτό  το  παιδί  που  υποσιτίζεται. Πολλά  ακόμη  παιδάκια  που  φοιτούν  σε  σχολεία  και  Νηπιαγωγεία,  κυρίως  του  κέντρου  των  Τρικάλων,  ζουν  κάτω  από  δραματικές  συνθήκες.

Φίλοι  μου, ήρθε  νομίζω  η  ώρα  να  αφήσουμε  στην  άκρη  για  λίγο  τα  δικά  μας  προβλήματα  και  να  «δούμε»  πιο  προσεκτικά  αυτές  τις  περιπτώσεις.

Δεν   είμαστε  απλοί  υπάλληλοι  που  κάνουμε  τη  γραφική  δουλειά  μας  και  κάπου  εκεί  τελειώνουμε.

Δεν  μπορούμε  να  αδιαφορήσουμε  άλλο  πια.

Δεν  μπορούμε  να  περιμένουμε  άλλο πια.

Είμαστε  δάσκαλοι, εκπαιδευτικοί, παιδαγωγοί.

ΕΙΜΑΣΤΕ  ΑΝΘΡΩΠΟΙ! Θα  επιτρέψουμε  να  καταστραφούν  αυτά  τα  παιδιά; Θα  επιτρέψουμε  να  χαθεί  το  μέλλον   της  πατρίδας  μας; Θα  αδιαφορήσουμε;

Προτείνω  κάποιες  δράσεις  σ΄ αυτό  το  σημείο. Όμως  θεωρώ  ότι  εδώ  καθοριστικό  και  συντονιστικό  ρόλο  μπορεί  και ΠΡΕΠΕΙ  να  παίξει  ο  Σύλλογος  Δασκάλων- Νηπιαγωγών   του νομού  μας.

Έτσι: 1). Να  γίνει  με  απόλυτη  εχεμύθεια και  προσοχή  μια  πρώτη  καταγραφή  και  διασταύρωση πληροφοριών  για  όλα  τα  παιδιά  που  κυριολεκτικά  πεινούν, μετά  από  συνεργασία Διευθυντών – Συλλόγων  Διδασκόντων.

2). Οι  Σύλλογοι  Δασκάλων – Νηπιαγωγών να  συλλέξουν  αυτά  τα  στοιχεία  και  στη  συνέχεια  να  δημιουργηθεί  μια  ομάδα  εκπαιδευτικών, η  οποία  να  μπορεί  να  έρθει  σε  επαφή  με  διάφορους  φορείς  και  οργανισμούς   για  τη  συνεχή  βοήθεια  αυτών  των  παιδιών. Π.χ, μπορούν  να  έρθουν  σε  επαφή  με  τα  μεγάλα  σούπερ  μάρκετ, τους  εμπορικούς  συλλόγους, τον  Φαρμακευτικό Σύλλογο, τον  Ιατρικό  Σύλλογο, την  Εκκλησία, τη  Διεύθυνση  Πρωτοβάθμιας  Εκπαίδευσης, τη Νομαρχία, τους  Δήμους, το  Κέντρο  Κοινωνικής  Παρέμβασης, την Κινητή Μονάδα  Ψυχικής  Υγείας.

Ο  καθένας  μας  μόνος  του  ΔΕΝ  μπορεί  να  σηκώσει  το  βάρος της  βοήθειας  που  χρειάζεται  να  δοθεί  προς  αυτούς  τους  συνανθρώπους  μας.

ΟΛΟΙ  ΜΑΖΙ  όμως, οργανωμένα,  μπορούμε  να  φτιάξουμε  ένα  πετυχημένο  και  αποτελεσματικό δίκτυο  παροχής, φροντίδας  και  συναισθηματικής  στήριξης  αυτών  των  παιδιών.

Αυτές  είναι  οι  δικές  μου  προτάσεις  και  σκέψεις. Περιμένω  όμως  και  τις    δικές  σας.

ΠΟΛΛΑ   ΜΥΑΛΑ  ΠΟΛΛΕΣ  ΙΔΕΕΣ

                                            Με   εκτίμηση

                                    Νικολαΐδου  Αικατερίνη

                              Διευθύντρια  Σχολείου  Γόμφων».

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

(αναδημοσίευση) Από τον πόλεμο στο περιθώριο


(αναδημοσίευση από (http://www.unhcr.gr/)
 
Μέσα από συγκρούσεις και κακουχίες, ταξίδευε για εβδομάδες αναζητώντας ασφάλεια. Φτάνοντας στον προορισμό της, γνώρισε από αδιαφορία μέχρι ρατσισμό. Η ιστορία της συμπυκνώνει το δράμα των Σύρων προσφύγων. Όμως η ίδια δεν το βάζει κάτω. Αγωνίζεται, επιμένει, διεκδικεί ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά της, επιβιώνοντας μέρα τη μέρα σε ένα επικίνδυνο παρόν.

«Η μητέρα μου ήταν καθηγήτρια αγγλικών. Όμως εγώ παράτησα το σχολείο μετά το γυμνάσιο για την παντρειά» διηγείται χαμογελαστή η 29χρονη Ζιχάν, χαϊδεύοντας το κεφάλι του μικρότερου από τα έξι παιδιά της – της τετράχρονης Λουλού. «Ο άντρας μου ήταν φωτορεπόρτερ και μέναμε στο Καμισλί, στα βορειοανατολικά σύνορα της Συρίας, με το Ιράκ και την Τουρκία. Είχαμε τρία μαγαζιά, χωράφια… Ζούσαμε καλά» αναπολεί.

«Όλα ξεκίνησαν με τις αντικαθεστωτικές πορείες και σύντομα ακολούθησε η ακρίβεια. Ό,τι έκανε στην αγορά ένα ευρώ, πλέον το έβρισκες με δύο. Σιγά σιγά, άρχισαν οι εκρήξεις, οι βόμβες στα σχολεία κι οι πυροβολισμοί στο πλήθος εν ψυχρώ. Απ’ τη σφαγή σε ένα διπλανό χωριό κανείς δεν ξέρει πόσοι έπεσαν νεκροί. Ο άντρας μου φωτογράφιζε τις πορείες, μέχρι που τον συνέλαβαν και μπήκε φυλακή» διηγείται με σπασμένη φωνή η Ζιχάν. Όταν τα πράγματα χειροτέρεψαν, ήταν ο γαμπρός της εκείνος που τους προέτρεψε να φύγουν παράνομα προς την Τουρκία. Άλλωστε μες στον πόλεμο πώς να βγάλεις διαβατήριο;

«Ήταν Σεπτέμβρης του 2012 και τα σύνορα κοντά στην πόλη μου ήταν κλειστά» συνεχίζει. «Έτσι, έπρεπε να διανύσουμε τα 400 χλμ. μέχρι το Χαλέπι, ώστε να φύγουμε από το πέρασμα Μπαμπ Ελ Χάουα. Για τους επτά μας δεν ζήτησαν πολλά χρήματα – δώσαμε περίπου 600 ευρώ για να διασχίσουμε τα σύνορα. Τα χρήματα όμως που ξοδέψαμε για να πάμε από τη μια πόλη στην άλλη ήταν πολύ περισσότερα. Αποφεύγαμε τον κεντρικό δρόμο και κάναμε τη διαδρομή πρώτα με το αυτοκίνητο, μετά με τα πόδια, μετά πάλι με αυτοκίνητο… Παντού είχε οδοφράγματα και μπλόκα, στα οποία έπρεπε να πληρώσουμε για να μας αφήσουν να φύγουμε. Κάποιες φορές μας πυροβολούσαν. Ήμουν μόνη με τα έξι παιδιά μου».

Το πέρασμα στην Ευρώπη

Από την πόλη Ρεϊχανλί, η οικογένεια βρέθηκε στη Σμύρνη. Στόχος της ήταν να περάσει απέναντι, σε μια άλλη Ελλάδα από εκείνη που γνώρισε τελικά.

«Δεν ξέραμε κανέναν εδώ, όμως οι πληροφορίες που είχαμε ήταν πως η Ελλάδα είναι καλή», εξηγεί η Ζιχάν. «Πως είναι φιλόξενη και οι άνθρωποι θα μας βοηθήσουν να βρούμε σπίτι και σχολείο για τα μικρά. Περίμενα να είναι πολύ όμορφα, πραγματική Ευρώπη. Περίμενα ότι θα λυθεί το πρόβλημα με τα χαρτιά από την πρώτη μέρα κι ότι θα αλλάξει η ζωή μου. Ότι φεύγω απ’ τον πόλεμο και θα πάω στον παράδεισο. Ότι εκεί εκτιμούν τις γυναίκες και τα παιδιά».


Σε συνεννόηση με τους διακινητές, η Ζιχάν περίμενε ένα μήνα μέχρι να φτιάξει ο καιρός και να κάνει το ταξίδι. Στο μεταξύ, έμενε σε ένα δώμα που της είχε βρει κάποιος μακρινός συγγενής σε μια ταράτσα. «Πληρώσαμε 10.000 ευρώ για το ταξίδι. Μας είπαν ότι θα γίνει με ένα μεγάλο καράβι και θα κρατήσει 40 λεπτά. Μια μέρα, μας πήραν με αυτοκίνητα και μας κατέβασαν σε ένα λιμάνι. Όταν είδα το φουσκωτό που μας περίμενε, τρελάθηκα. Τους είπα ότι δεν μπαίνουμε εδώ, γιατί είναι σίγουρο ότι θα πνιγούμε. Μου είπαν ότι, αν δοκιμάσουμε να γυρίσουμε πίσω, θα μας πυροβολήσουν».

Στο φουσκωτό βρίσκονταν 30 άτομα – όλοι Σύροι, άντρες, γυναίκες και παιδιά. «Συνολικά, μείναμε στο νερό για οχτώ ώρες. Η θάλασσα είχε φουσκώσει επικίνδυνα. Όταν όμως μας είδαν οι Έλληνες, μας έκαναν νόημα να γυρίσουμε πίσω. Εμείς μείναμε στο ίδιο σημείο. Άρχισε να έχει πολύ κύμα και με τα δύο μου χέρια σήκωσα το μικρό μου κοριτσάκι στον αέρα. Κάποια στιγμή πήγε να μου γλιστρήσει και να αναποδογυρίσει όλη η βάρκα. Τα κύματα έμπαιναν μέσα της και είχε αρχίσει να βυθίζεται. Τότε, οι Έλληνες μας πήραν. Μαζί μου είχα δύο μικρές βαλίτσες και μία τσάντα ώμου. Στη μια βαλίτσα βρίσκονταν τα τελευταία μου χρήματα – 6.000 ευρώ. Μέσα στην αναταραχή ωστόσο, έχασα ό,τι είχα και δεν είχα».


«Φτάσαμε στο Αγαθονήσι» συνεχίζει η Ζιχάν. «Μείναμε τρεις ημέρες φυλακή, με τα ρούχα μας ακόμα βρεγμένα. Το χαρτί που μας έδωσαν ήταν χαρτί απέλασης. Μας έβαλαν στο πλοίο και μας κατέβασαν στη Σάμο. Κι εκεί ξαναβρεθήκαμε στα κρατητήρια. Αφού μας άφησαν να φύγουμε, κοιμόμασταν στην παραλία για δυο μέρες. Φυσούσε πάρα πολύ κι ήμουν αναγκασμένη να χτυπάω τις πόρτες και να ζητάω φαγητό για τα παιδιά. Η αστυνομία είπε ότι όποιος δεν έχει 35 ευρώ, δεν ανεβαίνει στο καράβι για Πειραιά. Ευτυχώς, μου έδωσαν τα χρήματα οι άλλοι Σύροι που βρίσκονταν μαζί μου».

Μια αθηναϊκή ιστορία

«Στον Πειραιά, τρεις νέοι από τη Συρία με ρώτησαν πού θα πάω. Τους είπα ότι δεν ξέρω κανένα και ότι δεν έχω καθόλου χρήματα. Κι έτσι, με πήραν μαζί τους. Μέναμε σε ένα υπόγειο 20 άτομα, μέχρι να βρούμε κάποιον να μας βοηθήσει. Μια μέρα μας πέταξαν όλους μαζί στο δρόμο, κάτω απ’ τη βροχή. Μέχρι σήμερα, έχουμε αλλάξει πέντε σπίτια. Αυτό που μένω τώρα, το νοικιάζει ένας άλλος Σύριος νεαρός, ο οποίος με είδε με τα παιδιά και μου πρότεινε να με φιλοξενήσει. Από ντροπή και σεβασμό ωστόσο, εκείνος δεν έρχεται καθόλου. Μου μίλησαν και μια άλλη γυναίκα, που μου είπαν ότι βοηθά. Τελικά είναι κι αυτή μια χήρα πρόσφυγας, που της στέλνει λεφτά ο αδελφός της από τη Νορβηγία».


«Για φαγητό, πηγαίνω στις λαϊκές και μαζεύω ό,τι περισσέψει» συνεχίζει η Ζιχάν. «Εγώ, που είχα μια καλή ζωή, πηγαίνω στην εκκλησία και μου δίνουν συσσίτιο! Κάποιοι άλλοι Σύροι μου φέρνουνε κουβέρτες. Εν τω μεταξύ, ο άντρας μου δεν ξέρω που βρίσκεται. Το τηλέφωνο στους συγγενείς μας κοστίζει και δεν υπάρχουν γραμμές…»

«Η κοινωνία μάς φέρεται εχθρικά» προσθέτει με απογοήτευση. «Όταν ακούνε τα παιδιά μου να μιλάνε ξένη γλώσσα, τα διώχνουν για να πάνε στο απέναντι πεζοδρόμιο. Στη λαϊκή τις προάλλες, μια γυναίκα έπιασε την κόρη μου και άρχισε να την σπρώχνει. Τι διαφορά έχουμε εμείς για να μας αντιμετωπίζουν έτσι; Αυτοί δεν πέρασαν δυσκολίες, δεν πέρασαν πολέμους; Γιατί μας κάνουν αυτά που μας κάνουν; Εχθές είχα φωνάξει δύο νεαρούς απ’ τη Συρία για να φτιάξουν το πλυντήριο του σπιτιού. Τη στιγμή που έμπαιναν στην πολυκατοικία μου, πέρασαν αστυνομικοί και τους συνέλαβαν. Η μεγάλη μου κόρη κατέβηκε να δει τι γίνεται. Παραλίγο να τη συλλάβουν και αυτή. Έκλαιγα όλο το βράδυ. Αν μου πειράξουν τα παιδιά, κι έγκλημα κάνω».

«Έχω σκεφτεί μέχρι και να γυρίσω στον πόλεμο» καταλήγει η Ζιχάν. «Τον προτιμώ απ” την Ελλάδα. Σκέφτομαι να πουλήσω ό,τι έχω και δεν έχω στη Συρία, μόνο και μόνο για να μεγαλώσουν σωστά τα παιδιά μου, να σπουδάσουν και να πάρουν καλά πτυχία. Ξεφύγαμε απ” τον πόλεμο και το θάνατο, για να ζήσουμε αυτό;»